Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
 
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Αφιερωμένο στην νήσο Κεα


Άτιτλο  1

Κοιτάζω το απέναντι  τοπίο
Τα δένδρα δέχονται ευλαβικά /
το ήπιο χρώμα του φθινοπώρου.

Στο λιβάδι το άσπρο/
των προβάτων  ξεχωρίζει /
και φαντάζομαι /την κίνηση
των σαγονιών τους.

Ο ουρανός/τα συντροφεύει
και ένα σύννεφο σπαρμένο/
από ψηλά.


Ούτε ίχνος λύπης.
Οι φιγούρες των ανθρώπων /
μικρές κουκίδες/ σημάδια/  
με βήμα αργό/ και πρόσωπα χαμογελαστά  /συγκεντρώνονται/
για το πριν το σκοτάδι/  
συμπόσιο χαράς / το καθημερινό.

Οι μυρωδιές μπερδεύονται/
και ένα αστέρι/ ετοιμάζεται να λάμψει.  








Άτιτλο 2

το χωριό είναι  ένα τεράστιο περιστέρι κουρασμένο
που βρέθηκε στην πλαγιά αυτού του τόπου  τυχαία  
και αποκοιμήθηκε μέχρι το  επόμενο φθινόπωρο

ξαποσταίνει και ξαποσταίνει   ρυθμικά
από φθινόπωρο σε φθινόπωρο
αναβάλλει το ταξίδι για άλλα μέρη
βρήκε στο τόπο αυτό κάτι τι που αγάπησε

αναβάλλει και την θυσία που είχε τάξει
για να σώσει τους ανθρώπους
αυτού του τόπου από το κουτί της Πανδώρας
τους ευλογεί που δεν βλέπουν όσα βλέπει
αυτό το τεράστιο πουλί  

που δεν ακούν τους υπόγειους  κραδασμούς
και δεν μυρίζουν το χώμα με το χρώμα της βροχής

ανάμεσα στους βράχους  αντηχούν τα βρύα και   οι  λειχήνες και τα ταπεινά κυκλάμινα και εκείνες οι μωβ ορχιδέες που διακοσμούν το βλέμμα μου που ρουφάει ακόμη και τα μικρά μυγάκια που γεμίζουν το φως με ανησυχία

στο χαρτί που  γράφω  ένας  σκουριασμένος  συνδετήρας με κρατά   σε μια ενδιαφέρουσα παρένθεση  

  








Άτιτλο   3


Κάτω  από την στέγη του σπιτιού μου
Μετρώ τις ώρες που μου μένουν
Μέχρι τον χρόνο να προφτάσω
Τα σπίτια  γύρω μου
Κοιτούν, συντροφεύουν, εξερευνούν
Το βλέμμα πέρα μακριά τραβιέται
εκεί μέχρι να σκοτεινιάσει στα δένδρα, το φως

Χρόνια και χρόνια εδώ
χωρίς τέλος και αρχή
αφού τέλος και αρχή
μοιάζουν τόσο

Αφήνω πίσω μου το χθες
και ανακράζω
τις ιστορίες των ανθρώπων
καθώς  απαριθμώ τα σπίτια
ανοίγω μόνη  τα παράθυρα
τις πόρτες
ακτινοβολώ και εξιστορώ

Οι τοίχοι, τα κουφώματα, η μούχλα,
η υγρασία
η σημασία του χρόνου, και όχι μόνο στους τοίχους
αλλά και στους άνθρωπος  που απουσιάζουν
ποιος ξέρει προς τα πού, τα βήματα τους

Ο ουρανός αναλλοίωτος  και η γης αυλακωμένη


Μαρία Πανούτσου 03.10.18
MARIA PANOUTSOU Jan 2017
εικόνα μου  




  καλή μου προσωπίδα
ρωτώ/θωρώ την χωμάτινη  κατοικιά σου
κρατώ σφιχτά  τα δυο μου χέρια
ένα κομμάτι μάρμαρο /μαύρο
με πλακώνει
ζωή με άλλο πρόσωπο/μικρή ευάλωτη εσύ
σήμερα  είσαι /και ήσουν / και θα είσαι
σε σκέφτομαι και σε θαυμάζω /τι θράσος /
κοιτάς με περιέργεια και ψάχνεσαι/  
για αυτό σε μακαρίζω /τώρα με ανοχή/
μεγάλη τώρα  και  σίγουρη/ σε βρίσκω
σε ροζ  αποχρώσεις/σε χρωματιστά / δωμάτια/
γλιστερά μονοπάτια εύχομαι / να βρεις και
να σε βρουν αλώβητη / με φως στα χείλη
με πρόσωπο  αλλοιωμένο μόνο από χαρά
πέρα  από την αλήθεια  σου /που πονάει/

τρέξε να προφτάσεις / στην στάση / κάποιοι άνθρωποι
χαιρέτησε λοιπόν / κάλεσε  / ο χρόνος  λιγοστεύει
στο απέναντι σπίτι  την νύχτα/  κοιτάς /το αναβόσβησμα  
μιας φλόγας  που βγαίνει  από απρόσωπα /   πρόσωπα
το δικό σου  / θα μείνει  μια  εικόνα / όπως την   ζωγράφισες
που  είπες  / έλα   ζωή/ να σου διδάξω  / την δική μoυ φωνή
δεν  αντιστέκομαι στο ρεύμα  
αφήνομαι /και δεν είμαι/ ότι μοιάζει να είμαι
χάνομαι μέσα στο μέγεθος του κόσμου/ και δεν υπάρχω  πριν χαθώ  
όλα είναι μια  σταγόνα/ που ήδη εξατμίζεται/πριν καν γεννηθεί/
και ο πόνος ανύπαρκτος
ο κόσμος  χάνει  τον κόσμο για ένα φρέσκο καρότο
δεν έχω τίποτα με τα καρότα
αλλά  να που  θέλω να  βαφτιστώ  
σε ένα όνομα/ σε έναν  άνθρωπο
σε  σάλιο ζεστό /  


  © Μαρία Πανούτσου
μικρές παραλλαγές

Με ερωτήματα  βλέπω  την χωμάτινη  κατοικία σου/ γι αυτό σε κρατώ στα δυο μου χέρια ευλαβικά /είσαι  ένα αλαβάστρινο βάζο/ μαστόρων από την  προηγούμενη ζωή/ κομμάτια  πάζλ /παιχνίδι  στα χέρια του αγαπημένου/που ξέρει  να με οδηγεί /
MARIA PANOUTSOU Dec 2017
σε αναζητώ, όπως οι πιγκουίνοι το ταίρι τους
ο ήλιος δεν βγήκε απόψε με τόση συννεφιά
και τα λουλούδια ξέχασαν το άρωμά τους
δεν πίστευα πως ήσουν πλάι μου
καθώς μας έβλεπα μαζί στο τζάμι της βιτρίνας
με κάνεις και χαμογελώ με νόημα
ίσως και να γελώ ολόκληρη μέσα μου
είσαι το βουνό που έρχεται σε μένα
η θάλασσα που με επισκέπτεται νύχτα
σε θυμάμαι για το τέλος, σε κρατώ για το αύριο
είσαι το νήμα που ενώνει ζωή και θάνατο,
το πεύκο που γνώρισα εγώ είσαι,
το ξημέρωμα κάποιας μέρας, μιας χρονιάς είσαι
αφουγκράζομαι τον άνθρωπο
εκείνον που έφυγε χωρίς να ξέρει το γιατί
πλησιάζω το άγνωστο και σε βρίσκω
πλησιάζω το σίγουρο και σε βρίσκω


Υστερόγραφο.
Χθες, σε ένα τοίχο στην στροφή του δρόμου,καθώς διάβαινα είδα την φωτογραφία σου, κολλημένη μισή ξεκολλημένη
ν’ανεμίζει στον αέρα. Πλησίασα και είδα καλύτερα, δεν ήσουν εσύ - και βέβαια δεν ήσουν. Έχεις φύγει από καιρό, σε μέρη με μια κρύα και στυφή γεύση.




Copyright © Μαρία  Σκουλαρίκου – Πανούτσου . All Rights Reserverd
Ασκήσεις Μνήμης 2014-2017
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
…του θέρους μνήμες  σκόρπαγε, τις περασμένες
μαζεύοντας τα πρωινά, κοχύλια στις ακτές,
ξεβράσματα μιας εποχής, της θάλασσας περίσσια,
κι’ έριχνε βλέμματα σε τόπους άλλους μακρινούς,

σκορπίζοντας  το είναι του, σε νύχτες λαφιασμένες
καθώς οι μέρες ισομετρικά, ταξίδευαν παντού,
κι οι φόβοι να τον κυβερνούν,
στο μήκος των ονείρων,
χαραματιές που άφηναν σε σώμα και ψυχή,

ki’ ανυποψίαστος αυτός, ριγούσε, μπερδεμένος,
σε κάθε  χτύπο  του κορμιού,
και της καρδιάς
και του σπιτιού το τρίξιμο….

κι' άφηνε του φόβους του να κυβερνούν
καθώς οι μέρες ταξίδευαν
εκείνος
το μήκος του χρόνου μέτραγε  
κι ακούγονταν παντού
πατημασιές

2019 Αθήνα
MARIA PANOUTSOU Sep 2020
«Προμη- θεϊκή γυναίκα  
εγώ… και η άλλη πλευρά του φεγγαριού »

As τελειώνουμε με αυτό το βάσανο/αυτό το βάσανο / ας το αφήσουμε πίσω /να μας κυνηγά και να μην μας φτάνει/
μαμάδες/ μπαμπάδες/ αδέλφια/ το σόι/και την κοινωνία μαζί / και εσείς οι άλλοι (les autres ) /η κόλαση του Δάντη/αυτό το μπέρδεμα. .. paroles …paroles…
ποιος έχει την δύναμη να ξεδιαλύνει /την ‘Κόπρο του Αυγεία’   ας αρχίσαμε λοιπόν / από την ώρα του Αδάμ και της Εύας/ και ας έχουμε για βάρος το δικό μου μόνο /
να σέρνω στις πλάτες μου /το μόνο αμάρτημα/της ανθρωπότητας / σαν τον άτλαντα/ και σαν τον Προμηθέα εγώ/μόνο εγώ /Προμηθεϊκή γυναίκα εγώ,  
αφού έτσι το θελήσατε  εσείς/ οι αρσενικοί αυτής της γης /να είναι το δικό μου /και του καημένου του φιδιού/το φταίξιμο/τι σας έφταιξε και αυτό το καημένο το φίδι..
ας μιλήσουμε για την  άλλη πλευρά λοιπόν  την πλευρά που συρρικνώνεται κάτω από τις φιοριτούρες του SAVOIR VIVRE  και επειδή ο ‘ άλλος ’  δεν είμαστε εμείς / και για να γίνουμε  ‘ ένα ’ / ο έρωτας έρχεται και  ταπεινώνει με ορμή ό,τι κατέχουμε / όμως / μέχρι να καταλάβουμε τι συμβαίνει/ έχει φύγει κι αυτός  και είμαστε πάλι όχι ταπεινωμένοι / αλλά και μόνοι/.

Η Εύα,  ένα δένδρο και μια ευχή.
Πανδώρα.
Ένα κουτί και μια μικρή σαύρα.

Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jun 2018
Δεν θα μπορέσω να προλάβω λάθη,
να διορθώσω.
Με κατατρέχει μια ανυπομονησία,
που μοιάζει με τραίνο φορτωμένο με αιχμαλώτους.

Σέρνω μαζί μου ζωές που δεν κατανοώ,
αλλά αισθάνομαι
Και ο χρόνος, είναι πιο λίγος απ’ όλη την διαδρομή.

Όλη η πλάση,
συνηθισμένη με τα ερωτικά ζευγάρια την άνοιξη

Αλλά και ο θάνατος,
δεν πάει πίσω σε επιτυχίες την ίδια εποχή.

Να θυμηθώ τι είναι πιο σημαντικό,
Οι εφορεύσεις ή τα θύματα ενός λοιμού;

μαρία πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
δεν θα μπορέσω να  προλάβω λάθη
να διορθωθούν

με κατατρέχει μια αδημονία
που μοιάζει με τραίνο  φορτωμένο
με αιχμάλωτους

σέρνω μαζί μου ζωές που δεν κατανοώ
και ο χρόνος πιο λίγος από  διαδρομή

όλη η πλάση
συνηθισμένη με τα ερωτικά ζευγάρια
την άνοιξη
αλλά  και ο θάνατος
δεν πάει πίσω  σε επιτυχίες την ίδια εποχή

να θυμηθώ τι είναι πιο σημαντικό
οι εφορεύσεις ή τα θύματα ενός λοιμού;


οι Ερινύες κάθονται  σαν τις Καρυάτιδες
πάνω στο πρεβάζι του παράθυρου μου

και εγώ πλουτίζω την ζωή μου μέρα την μέρα
με ένα  αριθμό από ζεστά  φιλιά


Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jan 2017
έρωτας-γραφή
έρωτας- δάσκαλος
έρωτας- μαθητής
έρωτας-ανησυχία
έρωτας -σιωπή
έρωτας- τροφή
έρωτας-αρχή
έρωτας- θάνατος
έρωτας- πέταγμα
έρωτας- υγρό
έρωτας- σφίξιμο
έρωτας- δάκρυ
έρωτας- σιωπή
έρωτας- ακινησία
έρωτας- βλέμμα
έρωτας- διαδρομή
έρωτας- νερό
έρωτας- ποιητής
έρωτας- χέρια
έρωτας-προσευχή
έρωτας- αναμονή
έρωτας- σκοτάδι
έρωτας- πνοή
έρωτας- δύο


Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
Εσύ,

κρυώνω λέω, το φως λιγοστεύει

κι’ ανάμεσα σε δυό σιωπές,

η ανάγνωση του ευαγγελίου,

στο στήθος μου επάνω γράψε

την ημερομηνία θανάτου μου

(εσύ) μόνο την ξέρεις

λίγο πιο πριν από την αυγή,

ύπνος σου για μένα

η γραφή του τέλους

δεν σε νοσταλγώ ούτε αφήνω το-

σώμα σου να τριγυρνά

στις απολήξεις του κορμιού μου

ο φόβος του θανάτου με πλησιάζει

όταν (εσύ) μακριά

αποσταίνεις

ξέρω την τύχη των ανθρώπων,

κοινή- σαν μια πουτάνα για όλους,

εμάς- στο δρόμο περιμένει

τι μας έκανε η πλάση τόσο

να υποφέρουμε

για ένα τίποτα-

αχ και να μπορούσα να σου

πω μια ιστορία- μέχρι το χάραμα

της άλλης μέρας

αυτό πως τ’ ονομάζουν

οι σοφοί; πως ονομάζουν

την κάθε μας στιγμή που φεύγει;

του έρωτα φτερά, έγιναν πούπουλα

πούπουλα, για να φουσκώνει

το μαξιλάρι που κοιμάσαι

μην ψάχνεις

το σώμα μου–

για γυναικεία σημάδια

δεν είμαι παρά

ο άλλος, ο άφυλλος

ο εαυτός σου

ακούς χτυπήματα στην πόρτα;

το βουητό

της νύχτας;

περίμενε το νήμα

από το λώρο

να σε τραβήξει όπου νάνε

μιλώ με την φωνή της φύσης

κι υποψιάζομαι

τι είναι χειρότερο απ’ τον θάνατο

κοίτα εκείνους τους πιγκουίνους,

πόσο ξεχωρίζουν

μ’ έναν μόνο ήχο την καλή τους

«εσύ,

με ξεχωρίζεις,

με ξεχωρίζεις- άραγε;»
12/02/2019    MARIA PANOUTSOU
MARIA PANOUTSOU Feb 2022
Στον κήπο τα δένδρα  φούντωσαν  
Δένδρα  της χειμωνιάς
Χρώματα βαθιά του πράσινου
Σκληρά της αντοχής
Ο αέρας  μιλάει με ό τι βρίσκει μπροστά του
Με ό τι  του αντιστέκεται
Τις πόλεις ονειρεύομαι να ξενυχτούν
Οι άνδρες σε μπουρδέλα φτάνουν
Και  κάτι  γάτες  τρέχουν να προλάβουν  
Το άδειασμα των σκουπιδιών
Γυρίζω το βλέμμα στο κήπο
Στην πικρίλα των άγουρων αχλαδιών
Και  στη  ξινίλα   των πορτοκαλιών
Που άρχισαν να πέφτουν
MARIA PANOUTSOU Nov 2016
I love you as certain dark things are to be loved,
Pablo Neruda


Προβολή  στα άφρονα τα λόγια
μιας  ζωής  ξεχασμένης
πριν  από την  κιβωτό του Νώε


Με ρώτησαν/ αν  έχω συναντήσει  τον θάνατο
Τον  παρομοίασαν / με πέτρα άκαρδη
Με ρώτησαν/ αν έχω συναντήσει την ζωή
Την παρομοίασαν  με λουλούδια του αγρού/

Έτσι κι εγώ /πορεύτηκα  μόνη  
με  τις σπασμένες  αλυσίδες
να σέρνονται στα πόδια μου/  
και να πληγώνουν /την σάρκα από   παντού
μα οι φωνές τους /με κυνηγούσαν αλύπητα
ούτε ο θάνατος είναι πέτρα /τους φώναξα
ούτε η ζωή λουλούδια του αγρού/ τους είπα
  

αναρριχήθηκα  λοιπόν /ωχρή  σε σώματα
και κατρακύλησα στους ήχους /παγωμένη
και έλεγα στίχους  από  πεθαμένους ποιητές
περπάταγα  λοιπόν /αδιάφορα  
και με χαμένη  πεθυμιά/
κι' όλα φαινόντουσαν  ανούσια /μα καθαρά

και τότε είδα τον θάνατο και την ζωή
μαζί/ σ ένα και μόνο πρόσωπο
ω! τι δώρο ιερό
τούτης της γης

καθώς απλώνω λοιπόν την ύλη να στεγνώσει  
την ύλη μου/ που αγναντεύει ήδη την σκοτεινή
την  
όχθη/
και η ψυχή μου που σεργιανίζει ανέμελα/  
-μαθαίνει  να πετά πριν είναι αργά -
  μαζεύω    μνήμες  στοργής
που μου απόμειναν/
και τις εναποθέτω στο μέτωπο του
στα χείλη/ και στα δυο του  μάτια  
τις  λαμπερές  τις κόγχες που μου μίλησαν/
που μ έδεσαν με μαγικά σχοινιά

και  σαν  μοδίστρα πιάνω το ψαλίδι τώρα/
  να κόψω τον λώρο
που μας δένει/
και μια και δυο με κομματιάζω πριν πω  καν ωχ!
Μετράω μέχρι  το τρία/ και περιμένω
  και  ο κόσμος σκοτείνιασε/  και  εχάθη

Είναι η σάρκα του που εμπνέει τρυφερότητα;
είναι η ωρίμανση του νου του;  
μαζεμένη στη κόφτρα του τσιγάρου του;  
Είναι η τούφα από τα μαλλιά του;
που με ξυπνάει   τις νύχτες
αναρωτιόμουν
καθώς  
άφηνα μια στάλα αίμα στo χάρτινo σημάδι  του


©Μαρία Πανούτσου
LOVE  POEM  ἔρως ἀνίκατε μάχαν -
O love, invincible in battle! (Sophocles, "Antigone" 781)
MARIA PANOUTSOU May 2018
Η αλήθεια  και  ένα άλογο μονάχο



Α’  μέρος
Η συνάντηση


Και περπάταγε  απαίδευτη,
μάτωναν τα πόδια,
και η γλώσσα  στεγνή.

Η θύμηση  την τρυπούσε,  
σε κάθε βηματισμό,
και  η ανάσα της είχε  ένα σύννεφο  για όνομα.

Πώς να καταφύγει
σε τόπο ιερό,
εκείνη τόσο   αφοσιωμένη.

Παράβγαινε σε μυστικές  εξομολογήσεις,
με τις  μπαλάντες  των  μοναχών,
και  ό τι δεν  ήθελε να  αποστηθίσει.

Η οδός προς τον Γολγοθά είχε  ανοίξει,
χωρίς Ανάστασης λουλούδια,
και ένα σημειωματάριο άδειο.

Πέτρα ήμουν όταν με φώναξες.
Και πέτρα θα γίνω,
Δεν χάνω τίποτα, έτσι δεν είναι;


Η αλήθεια ως σημείο αναφοράς,  
χαρίζεται σε εσένα.  
Την χαρά  του τρύγου να γεύεσαι.  

Προϋπήρχε ,  
η γέννηση  μις ιδέας,  
τώρα  τα πάθη κι’ η ταφή τους.  

Με γυμνό  μάτι   και καρδιά,  
σε κοιτάζω από την αρχή αγαπημένε,
εντοπίζω  τα ίχνη σου.



Β’  Μέρος

Η αποχή
Από  εκεί περνούσε ένα άλογο  μονάχο.


Και εκείνη το ζήλεψε  έτσι ελεύθερο που έβοσκε.
Κοιτούσε το  σκυμμένο κεφάλι  του,
που παράσερνε το λαιμό και  τον κορμό προς την γη.

Τα πόδια του,  αργοκινήσεις  πάνω στο νωπό χώμα
και  γύρω του,   η χλόη,  δροσερή και  τροφαντή  
του γέμιζε τα σπλάχνα.

Την ώρα του δειλινού  την πονούσε πάντα    
το στέρνο,  τα μπράτσα,   η κοιλιά,
και τα  χείλη.

Ήταν η ώρα που γρηγορούσε  
η ηδονή να της μιλήσει.  
Τότε άρχιζε ο πόνος, με τις πρώτες λέξεις.

Κοίταξε από το παράθυρο μήπως το δει.  
Αλλά το άλογο είχε απομακρυνθεί πολύ
και δεν φαινόταν.


Ορίζοντας άδειος.
Ήταν  σκούρο.
Το είχαν φέρει από  ένα άλλο τόπο,  αζευγάρωτο.


Γ’  Μέρος
  
Ευχή  και Κατάρα

Και είπε ο θεός σε εκείνη: Η επιθυμία σου θα στρέφεται προς τον άντρα σου, αλλά αυτός θα σε εξουσιάζει. Και  της εξήγησε  ψιθυριστά, τι σημαίνει αυτό.
Ο Προμηθέας  με άκουγε σιωπηλός.  
Έπειτα, χωρίς βοήθεια και με δεμένα χέρια,  περπάτησε μέχρι την άκρη της  σκοτεινής θάλασσας, μέχρι εκεί που δεν υπήρχε πια ούτε γης , ούτε όποια άλλη μορφή,  παρά  το απέραντο  ανύπαρκτο.

Σε εξέλιξη.
MARIA PANOUTSOU Nov 2019
Η νύχτα


όπως η μελάνη που στάζει σ’ ένα άσπρο χαρτί
έτσι αγγίζω τις ριπές του δειλινού μιας μέρας

εκεί στη άκρη της γλώσσας, δες το σπυράκι
στη άκρη της χούφτας, ένα λερωμένο μαργαριτάρι
μ’ ένα ποταμό από φιλιά αρχίζει το όνομά σου
ν’ αλλάζει να γίνεται ένα σφουγγάρι από μνήμες

σταλάζει η αγριάδα του κορμιού σου
κι ‘εντοπίζω έναν χτύπο δικό μου στο σύμπαν

σε αποκαλώ, σε φωνάζω, αγέρα αναστημένο
μήπως και βρω μια συγγένεια με την φύση

υπάρχει ένας τόπος αγρυπνίας με ανθρώπους
εμένα μου φτάνει ο ύπνος της νύχτας κοντά σου

την νύχτα που μας σκεπάζει και μας ενώνει

Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος 16 / 2018
MARIA PANOUTSOU Nov 2018
Η νύχτα


όπως η μελάνη που στάζει σ’ ένα άσπρο χαρτί
έτσι  αγγίζω τις  ριπές του δειλινού μιας μέρας  
εκεί στη  άκρη της γλώσσας, δες το σπυράκι  
στη άκρη της  χούφτας,  ένα λερωμένο  μαργαριτάρι  
μ’ ένα ποταμό από φιλιά αρχίζει το όνομά σου
ν’ αλλάζει να γίνεται ένα  σφουγγάρι από  μνήμες
σταλάζει η αγριάδα του κορμιού σου
κι ‘εντοπίζω  έναν χτύπο  δικό μου στο σύμπαν
σε αποκαλώ, σε φωνάζω,  αγέρα  αναστημένο
μήπως και  βρω μια  συγγένεια με την φύση
υπάρχει ένας τόπος  αγρυπνίας  με ανθρώπους
εμένα μου φτάνει ο ύπνος   της νύχτας κοντά σου  
την νύχτα που μας σκεπάζει και μας  ενώνει

Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος  16 / 2018
MARIA PANOUTSOU Jan 2021
Η νύχτα
όπως η μελάνη που στάζει σ’ ένα άσπρο χαρτί
έτσι  αγγίζω τις  ριπές του δειλινού μιας μέρας  
εκεί στη  άκρη της γλώσσας, δες το σπυράκι  
στη άκρη της  χούφτας,  ένα λερωμένο  μαργαριτάρι  
μ’ ένα ποταμό από φιλιά αρχίζει το όνομά σου
ν’ αλλάζει να γίνεται ένα  σφουγγάρι από μνήμες
σταλάζει η αγριάδα του κορμιού σου
κι ‘εντοπίζω  έναν χτύπο  δικό μου στο σύμπαν
σε αποκαλώ, σε φωνάζω,  αγέρα  αναστημένο
μήπως και  βρω μια  συγγένεια με την φύση
υπάρχει ένας τόπος  αγρυπνίας  με ανθρώπους
εμένα μου φτάνει ο ύπνος   της νύχτας κοντά σου  
την νύχτα που μας σκεπάζει και μας  ενώνει
Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος  16 / 2018
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
Στον  Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκυ
18/01/2019


Η πλατεία

α.

η πλατεία  δεν ήταν πια η ίδια
ο κύκλος  εχάθη
ούτε ένα πράσινο φύλλο
ένα ποτάμι από τσιμέντο
χύνεται βαθειά μέσα στα σώματα
κανείς πια δεν ακούει
τις καρδιές που χτυπούν
ένας σκύλος περιδιαβάζει την πλατεία
λίγο πριν το χάραμα
μυρίζει ανθρώπους
αλλά δεν τους βλέπει

από εκεί ψηλά  ένα τελευταίο
αστέρι χαιρετά τον ήλιο
κανένα βλέμμα προς τα  εκεί

μια φιγούρα ανέλπιστη σέρνεται
κοντά σε ένα κτίριο ερειπωμένο
που θυμίζει το  έτος 1967
ήμουν λέει  ένα μωρό και μεγάλωνα

τα ρούχα μύριζαν απλυσιά ημερών
τα τραπεζάκια ζητούσαν οβολό
περνούσα  με κλειστά μάτια
ονειρευόμουν ένα μέλλον
που έχει ήδη περάσει

β.

Το τελευταίο Χιόνι


Δεν είπε τίποτα/
ξάπλωσε στο κράσπεδο μια νύχτα/ με ανοιχτά τα μάτια/

κοιτούσε τον ουρανό/ καθώς έπεφτε το χιόνι αργά/

την σκέπαζε  ασίγαστα/

πρόλαβε να κρυώσει τόσο/ που βόγκαγε  στον  πόνο/
πρόφτασε να θυμηθεί/
τον έρωτα /
όταν η καρδιά της σπαρτάρησε /
άφησε έναν ήχο/
ίσο μ έναν ήχο βιολιού/

είχε ήδη απομακρυνθεί για το μεγάλο ταξίδι/
το σύμπαν/ το σύμπαν/

και κοιτούσε από μακριά  /

την άδεια παγωμένη πλατεία /
κι εκεί ένας όγκος μικρός/
φαινόταν/   σαν ένας τάφος μωρού/
στο κέντρο της πλατείας /
και τότε ένοιωσε/ τον τελευταίο χτύπο της καρδιάς της /
ν’ ανήκει πια  άλλου/

η  θύμηση του κορμιού του/
την γλύκανε για λίγο/
πριν ο εγκέφαλος της/ πετάξει και αυτός/ για άλλα μέρη

έμεινε παγωμένη κάτω / στο άπατο το  χιόνι
τα χείλη μαβιά/

την άλλη μέρα την βρήκαν να λάμπει  η ασπράδα της/
πιο άσπρη /και από ένα ποτήρι  γάλα/

στο χέρι της είχε σφίξει ένα  κομμάτι χαρτί /
που δεν μπορούσαν να το τραβήξουν /
θα σχιζόταν  έτσι μικρό που ήταν /

το άφησαν  εκεί/

την ακολούθησε το χαρτί αυτό /στο τάφο της/

κανείς δεν ήξερε /γιατί το κράτησε στην χούφτα της/
εκείνες τις τελευταίες  ώρες/
Μαρια Πανούτσου για τον  Βλαντιμίρ Μαγιακοφσκυ
16/01/2019
MARIA PANOUTSOU Nov 2018
η στιγμή

ένα  αστέρι  γεννιέται πίσω από τις γρίλιες

μια μικρή κουκουβάγια  κράζει  μόνη


το φεγγάρι   περιμένει


είναι   ο καιρός να  σμίξουν  δυο αερικά
MARIA PANOUTSOU Jul 2020
Με βρήκε σε ένα  σταυροδρόμι

το κουτί  της Πανδώρας είπε


καθώς κοιτούσε  ένα  κουτί

που κράταγα στα χέρια μου


αυτό δεν είναι  για σένα

ξανα-είπε


αυτό το είχε ο Αχιλλέας,  ο Οδυσσέας

και όλοι όσους αγάπησες


μόνο η φίλη σου η Κασσάνδρα

το πήρε  και το έφαγε  


όταν πεινασμένη

έφτασε στις Μυκήνες


αφου δεν ήταν  τίποτα

το κουτί αυτό

παρά μυριάδες ζουζούνια


γεμάτα

από αίμα ανθρώπων


δεν έχασες  τίποτα λοιπόν

δώσε μου αυτό το κουτί


και μην λυπάσαι

ό,τι καλό είχε

να σου προσφέρει

αυτός ο κόσμος το γεύτηκες


και στις σωστές δόσεις

ούτε πολύ ούτε λίγο


και αφού είπε αυτά το λόγια

τον είδα να απομακρύνεται



Μόνον αναρωτήθηκα πως  γνώριζε

για μένα και τους αγαπημένους μου.



MARIA PANOUTSOU 2020
DEDICATED   TO   Balkan Peninsula
MARIA PANOUTSOU May 2018
τα μυστικά, κρύφτηκαν
σε εκείνα τα χρόνια
όμως κράτησα σφιχτά στις χούφτες
να μην χαθούν σε δρόμους,
που δεν επέλεγα εγώ πάντα
τώρα,
ξεσφίγγω τις μικρές γροθιές,
τ’ αφήνω να πετάξουν ανάλαφρα


Είμαι εδώ να σας θυμίζω,
όσα θέλετε επιμελώς να ξεχάσετε.

                        ---

Στις θλιμμένες νότες ενός  τάνγο,  
γεννάω με τα κύτταρα του εγκεφάλου μου,
τις μυρωδιές και τις εικόνες μιας άγνωστης πόλης
Χορεύω για εκείνον μόνο.
που ξεκάρφωσε το πανί που με σκέπαζε
Το σώμα μου είναι μια ανάμνηση στα χέρια του
είναι μια φωτιά που την σβήνει,
παλεύοντας με το τώρα.
                          ---

Οι μέρες είναι άγιες.
Εκείνο  το τελευταίο καφέ κάποια μέρα θα πιω.

Το στόμα  είναι ιερό
Αφήστε να γευτώ την γλώσσα που τσακίζει

                           ---
Ο υπέρτατος ήχος,    
χωνεύει γκρεμισμένα όνειρα,  
μαζί και την  ντροπή  της  Εύας.
Τίποτα δεν θα μείνει ότι και να πλάσετε.
Θα έρθει το πρώτο κύμα και θα  σβήσει κάθε ίχνος.
Μόνο η μουσική  θα ταξιδεύει,  δίχως τέλος.  





Μαρία Πανούτσου
Ποιητική  Ενότητα  
Φωτογραφίες
25/05/2018
Αλέξης Γεωργαντάς
MARIA PANOUTSOU Sep 2018
Η ψυχή μου ανταριάζεται



Μοσχοβολάει το άπλωμα σου
Αγαπημένε άνδρα
Πλουτίζει το στήθος μου
Με αγάπης ευωδιές λουλούδια
Αιώνια  η ανάσα σου
Σκεπάζει το πρόσωπο μου
Και των χεριών σου η  ορμή
Με συναρπάζει
Τα βιώματα σου έσωσα
Καθώς  εχθές εσύ έτρεχες
Σε  βραχοστό-
λιστoυς,  δρόμους
Και τις δικές  μου αυταπάτες,
η ψυχή μου αρνήθηκε

Μαρία Πανούτσου

21.9.18
MARIA PANOUTSOU Nov 2016
I travelled  among unknown men
In lands beyond the sea
W. Wordsworth



Είσαι  ο πατέρας μου/ τα μάτια μου σε θέλουν
Το αίμα μου φωνάζει το όνομα σου το ανθρώπινο
Ανάσες σταματούν καθώς σε αντικρίζω
Και πέφτω στο κενό με συντροφιά  μια λέξη σου

εγώ σου έδωσα άλλο όνομα
αυτό που τραγουδώ τις νύχτες
και  με τ ανθρώπινο σου πρόσωπο
σε ψάχνω στις γραμμές του τρένου
ή στις γραμμές των στίχων
μήπως  σε βρω και σ ‘ απαγγείλω
πριν τελειώσουν οι λέξεις μας  
και μη λες τέλος /θα έρθει μόνο του
πατέρας /αδελφός / αγαπημένος/ γιος


©Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Feb 2017
κάτι  γοητευτικό  πες μου
κάτι που να σταλάζει  γλύκα  
κάτι φτωχό από στολίδια

μια εκπνοή  ας πούμε/  δροσοσταλίδας
ένα στενό  άνοιγμα / φυγής/οτιδήποτε

ένα απόγευμα γεμάτο  φίλους
μια  σιωπή με βλέμματα φευγαλέα/
ένα τραπέζι/ με  άσπρο κάλυμμα  


Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Nov 2017
Κίνηση αυθόρμητη



βήματα αβέβαια,
μπουσούλισμα,
τρεμουλιαστά τρεξίματα
ματιές με χρόνο άπειρο
αναζήτηση αγκαλιάς
ζεστασιά αιώνια
στόμα που ανοίγει αχόρταγο για ήχους
κάρδια που σφυροκοπά
και βγαίνει ώρες ώρες από τα στήθια
γυρίζει το κεφάλι και κοιτά
μόνο το αίμα δεν φαίνεται/
ζαλίζεται γελά και κλαίει
μαγεύεται και αφήνεται
σε κούνια αγκαλιά σε χέρια στιβαρά
εκρήγνυται από αγάπη και λέει μαααμαααα
  



Copyright © Μαρία  Σκουλαρίκου – Πανούτσου . All Rights Reserverd
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
Κίνηση αυθόρμητη

βήματα αβέβαια,
μπουσούλισμα,
τρεμουλιαστά τρεξίματα
ματιές με χρόνο άπειρο
αναζήτηση αγκαλιάς
ζεστασιά αιώνια
στόμα που ανοίγει αχόρταγο για ήχους
κάρδια που σφυροκοπά
και βγαίνει ώρες ώρες από τα στήθια
γυρίζει το κεφάλι και κοιτά
μόνο το αίμα δεν φαίνεται/
ζαλίζεται γελά και κλαίει
μαγεύεται και αφήνεται
σε κούνια αγκαλιά σε χέρια στιβαρά
εκρήγνυται από αγάπη και λέει μαααμαααα

@jΜαρία Πανούτσου
Μικρή Συλλογή
MARIA PANOUTSOU Feb 2017
Νομίζουμε ότι όλα τελειώνουν/
Μια άρνηση που είναι παρελθόν/
Μια στιγμή/ με ένα φως αλλιώτικο/
Μια αρπαγή  /πλανάτε άδοξα/
Μια ιδέα /που χάθηκε πριν από μας/
Αλλάζω πλανήτη αλλάζω τόπο/
Όπως/αλλάζω δωμάτιο /αλλάζω αγάπη/
Κι όμως απλώνω τα χέρια ν' αγγίξω/
Ανοίγω τα μάτια και βλέπω/
Περπατώ χωρίς σκοπό /
Αφήνω τον χρόνο να με ομορφύνει /
Όπως εκείνος μόνο ξέρει /
Έμαθα  πως όταν αγαπάς/
Δεν αγαπάς έναν άνθρωπο /
Αλλά το γένος των ανθρώπων/
Το γένος των ζωών/ των λουλουδιών
Το ξέρω αυτό /μπορώ να το βεβαιώσω/
Με μια αστροφεγγιά /όλα είναι παρόν/
Μ ένα κλικ/ κλικ


Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Feb 2017
μάζεψε τα πέταλα από αυτό το λουλούδι/
και φύλαξε τα πράσινα φύλλα/ ζουμπούλι
και ορχιδέα σε ένα γυάλινο βαζάκι /με φως
να διαπερνά το τυχαίο βλέμμα/ υγρασία/
έξω στο χορταριασμένο κήπο/ κρύβομαι
μ ένα μικρο φύσημα αέρα παρέα/ μαζί/
πάντα μαζί /με τον κόσμο που αγάπησα
η ομορφιά δεν κρύβεται/ι δεν ζητά/ δεν πεθαίνει/


μαρία πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Mar 2019
Μαρία Πανούτσου
Κοιτώντας Πλάγια



Vivir qiuero conmigo
Gozar quiero del bien que debo al cielo
A solas sin testigo
Libre de amor, de cello
De odio de esperanzas de recelo

Fray Luis De Leon




Γιορτινός Θάνατος Α΄

μέσα στην χαρά καραδοκείς
και σφηνώνεις σε κάθε στιγμή
του χρόνου, ανομολόγητε,
το μυαλό μου σε εκλιπαρεί
μα δεν υπάρχει έλεος στην αγάπη σου
εσύ αποφασίζεις πότε και που
και όπως ο Ιωάννης του σταυρού
σε πρόσεξε,
έτσι και εγώ, αφέντρα του εαυτού μου
γίνομαι μια περαστική
στην ουρά του βασιλείου σου  



---



μάζεψε τα πέταλα από αυτό το λουλούδι
και φύλαξε τα πράσινα φύλλα/
ζουμπούλι
και ορχιδέα /
σε ένα γυάλινο βαζάκι /με φως
να διαπερνά το τυχαίο βλέμμα/ υγρασία/
έξω στο χορταριασμένο κήπο/ κρύβομαι
μ’ ένα μικρό φύσημα αέρα παρέα/ μαζί/
πάντα μαζί /με τον κόσμο που αγάπησα
η ομορφιά δεν κρύβεται/
δεν ζητά/ δεν πεθαίνει/

---

ψάχνω πως ζωγραφίζεται η ευτυχία  
γράφοντας  ένα ποίημα /
για τον άγνωστο Χ



Γιορτινός Θάνατος Β΄


και σαν άπιστος

Θωμάς/ ψάχνω τα σημάδια

στα χέρια σου/ για να πειστώ

κι όμως /

στα τυφλά σε δέχτηκα  

εγώ


© Μαρία Πανούτσου
Κοιτώντας Πλάγια 2018
MARIA PANOUTSOU Jul 2018
Κρίνος είσαι

δεν σε ζήτησα ούτε στα όνειρα μου
σαν ένα κρινάκι της άμμου/
μέσα στο κατακαλόκαιρο
ήρθες/
και έπιασες τις εποχές από την αρχή/
μένει το φθινόπωρο/
να δούμε χρώματα της βροχής/
και τα πουλιά/
που κελαηδούν
αλλόκοτα/ τον μήνα Νοέμβριο/

Μαρία Πανούτσου
Ιούνιος 2018
MARIA PANOUTSOU Mar 2017
είσαι  ο κύκνος που ζήλεψα
ένα πράσινο  πρωινό
στον κήπο του εθνικού
φωτογράφισα λοιπόν
λαιμό και πρόσωπο
και το κορμί  ξεπουπούλιασα
με την ορμή μιας ζωής


©Μαρία Πανούτσου
Μάρτιος  2017
MARIA PANOUTSOU Jan 2017
Μέρες  πιο  δυνατές κι από ατσάλι  
Πιο αληθινές κι από ελπίδα
Πιο τρυφερές κι από  άσπιλο μικρό σπουργίτι
Πιο αιχμηρές από  γυαλί που σπάει

Είμαι η φωτιά  που με λιώνει  
Είμαι η υγρασία που με σβήνει
Είμαι εσύ, που άφησα χωρίς να  το σκεφτώ  
Είμαι όλοι εκείνοι, που έφυγαν πολύ νωρίς
Είμαι τα παιδιά που δεν έφτασαν  μέχρι εδώ

Σε ένα  καράβι θα φορτωθώ μαζί σας
Όλοι μαζί, για πάντα μαζί
Πόδια, χέρια,  λαιμοί , πρόσωπα  
Χείλη, μάτια, όλα μια ανάσα, μια μόνο λέξη
Ρίχνω στο χώμα τις λέξεις
Withoutyou,  life,  flower  dry and stink

Ας φύγω,  δεν αντέχεται, ποιος είπε ότι όλα περνάνε
Μόνο τα σύννεφα  ρίχνουν σταγόνες
Χρυσές, κι ασημένιες,  σε ταπεινά κεφάλια
Εδώ  σε μένα,  δεν υπάρχει λύτρωση
Τα κλειδιά τώρα δεν βαραίνουν την τσέπη  
Το δάσος,  εμποδίζει να διακρίνω  τον όγκο
Για δες,  όλα σταμάτησαν ένα βήμα πριν


Μαρία Πανούτσου
Προδημοσίευση  ανέκδοτης  ποιητικής συλλογής 'Η Ερημη Πόλη '
©Mαρία Πανούτσου     2016
MARIA PANOUTSOU Mar 2022
Μerged


ας είμαστε αισιοδξοι  
κόστος μεγάλο βέβαια
αλλά  δεν έχουμε  και τίποτα άλλο


I do not know if I am crying
or if I am  wtih runny nose
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
“Your task is not to seek for love, but merely to seek and find all the barriers within yourself that you have built against it.”RUMI




Το ξέρω με ζηλεύουν τα πουλιά
Οι γυναίκες από τον άλλο όροφο
Και  οι δικοί μου φίλοι που με βλέπουν
Άλλοτε νεκρή και άλλοτε ζωντανή
Να περπατώ στη επιφάνεια του νερού
Εκεί που με έχεις τοποθετήσει  


Ακούνε τις νύχτες  το γέλιο μας τον πόθο
Και τις καρέκλες που σπάνε  ξαφνικά
Τους τοίχους που λυγίζουν στο ψιθύρισμα
Αυτό που γκρεμίζει τις αμφιβολίες μας
Και αφήνουμε τότε
Τα παράθυρα που άλληλοχτυπιούνται


Είναι άγριες οι φράουλες το χειμώνα
Τις τρώμε στόμα με  στόμα
Μα οι γλώσσες τροχίζονται την μέρα
Καθώς την  νύχτα τραγουδούν την ένωση
Και το πρωί  με το ρόδινο στα μάγουλα
Και τον  φόβο  του χωρισμού που ξαναφουντώνει


Με ζήλευαν και γείτονες όταν με βλέπουν
Να κατηφορίζω τον δρόμε τσουλιστά
Με μάγουλα κόκκινα σαν την φωτιά
Και οι μαγαζάτορες όταν ψωνίζω τα φρούτα
Βιαστική μ’ ένα χαμόγελο  λίγο πονηρό

Και τις νύχτες όταν κλαίω μοναχή
Προσμένοντας  τον ερχομό
Και τότε με ζηλεύουν
Οσμίζοντας  τι ν’ απογίνει το σώμα μου στα χέρια σου


Όσο παίρνει ο καιρός η θύελλα πλησιάζει
Και εγώ νηφάλια σε  αγκαλιάζω τρυφερά
Έμαθα ένα  χορό καινούργιο
Τροία( τρία) βήματα μπροστά  και δέκα πίσω
Εσύ ο άνδρας και  εγώ η γυναίκα


Με χέρια  γεμάτα με δώρα της κόλασης και  του παράδεισου
Οργώνουμε την αγάπης μας όμοια με γη με καρφιά σουβλερά
Και σαν σύγχρονοι φακίρηδες αιωρούμαστε στο όνειρο
Μέσα στην φωτιά και στην λάσπη των σωμάτων μας


Κι’ ο χρόνος περνάει κι’  έφτασαν Χριστούγεννα κι’ αναρωτιέμαι  ...
Τι θα πω στον Χριστό  που  χαμογελά απ’ το βιβλίο της ζωή του ...
Το παιδικό μου βιβλίο…..


Μαρία Πανούτσου
Δεκέμβριος 2018
all rights reserved
MARIA PANOUTSOU Mar 2020
Με κάθετο τον ήλιο




Σε δύσκολες εποχές μαχαίρια βγαίνουν
με κάθετο τον ήλιο

στολές φορούν οι άνδρες
και οι γυναίκες υψώνουν τις ψωλές που δεν έχουν

ανεμίζουν   τις γλώσσες τους και μιμούνται τα αρσενικά  μαμούδια


Αλλοίμονο την πρόοδο και τις σχολές που φτιάχτηκαν
και τα νερά και τα βουνά τα ίδια που μαράθηκαν

σαν τις μανόλιες κάποια χρόνια αναλαμπής
που βγήκαν καμαρωτές και  φώναζαν


έτσι παιδιά  και αυτά μαυρίσανε
από τις γνώσεις τις πολλές
από τις αγκαλιές που κρύβανε του στίχους








Στις δύσκολες εποχές οι ποιητές μαχαίρια βγάζουν
με κάθετο τον ήλιο

και οι κιμωλίες γράφουν την καταδίκη σε αθώους και φονιάδες

ελάτε εσείς ουρανοί και σκοτεινιάστε τούτο το αστέρι για μια στιγμή

να ξαναρχίσει ο παλμός και στροβιλισμός
και ο δερβίσικος χορός




Ένα αρνί προσμένει  την σφαγή
γιορτή της άνοιξης σημάδι  

το αίμα καθαρίζει πιο πολύ κι  από το τρεχούμενο  νερό
κι ας την

την ξεβρασμένη Μήδεια και Λαίδη Μάκβεθ
να πλένεται ολημερίς  και ολη-βραδίς




Στις δύσκολες εποχές και  τα πουλιά  πετούν μακρυά μπας και σωθούν

και όπως  ο Τειρεσίας  μονολογεί απ  τον τάφο του

  ΄΄αρρώστησε  η  πόλη απ’το δικό σου το μυαλό ‘’

Σε ποιόν αλήθεια  απευθύνεται;  
Ποιόν έχει στης γλώσσας του  την άκρη;




21/03/2020

Ημερολόγιο σαν  υστερόγραφο

Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
κανείς δεν είναι ερωτευμένος/
το βλέπω στα μάτια τους/ στις
γκρί  σκιές του προσώπου/
στο ξεγύμνωμα της  
σάρκας /στο άψογο ντύσιμο/  
στην ανεπέστατη  ρυτίδα των χειλιών τους/  
στα κλεφτά νάρκισσα  βλέμματα
στα διπλανά τραπέζια/
κάνεις δεν είναι ερωτευμένος/
σαν τις αράχνες
αδημονούν το επόμενο θύμα /
περιτύλιγμα σε  χαρτί  αλουμινέ/
με βήμα γοργό /
στα μονοπάτια  της αχλής μοναξιάς
MARIA PANOUTSOU Dec 2016
Ι  Θα επανατοποθετήσω  στο στέρνο σου
    Ένα άγγιγμα
   Και από εκεί θα βγει ένα κόκκινο περιστέρι


ΙΙ  Λίγο ακόμη και θα φωνάξω
     Όλοι να πάμε στην άκρη των συνόρων
     Και από  εκεί να ροβολήσουμε  σαν αστραπή

ΙΙΙ Και ήθελα να μείνω σε άστεγο σπίτι
      Με άπλυτο  σώμα   αχτένιστα μαλλιά
     Άφαγη, απότιστη,,  αναιμική,  άφθαρτη


IV   Θέλω  να διασχίσω το σώμα  σου   αφού πρώτα γίνω φίδι
       Και ρουφώντας το αίμα  σου  θα αδειάσω  τις υγιείς  αρτηρίες
       Ο κόσμος  χηρεύει   με τρία βήματα αριστερά και  τέσσερα   πλάγια



V  Η πόρτα έφερε  τόσα πράγματα στις χούφτες μου  
      Μια  συνάντηση, μια έξοδο, μια αναμονή, μια αποχώρηση
    Και το τοπίο που θυμίζει μια φωνή να σπαρταρά για ένωση


VI Λέω να εμπιστευτώ  την λαίλαπα των σκέψεων μου
      Η Πομπή   έγινε  για να με αναχαιτίσει
     Όχι άρνηση αγαπητή  η  φυλακή σου είναι σίγουρη


©Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Μην κρυφακούτε τα ιερά τα λόγια

…..η γλώσσα των ερωτευμένων
είναι γλώσσα σκληρή και τρυφερή /
είναι πρόστυχη και αγία/
είναι ζωή και θάνατος/
είναι αρρώστια και υγεία/
παιχνίδι και ανία/
όλες οι εποχές του έτους
όλες οι μέρες/και οι νύχτες

θεσπέσια μέρα και νύχτα
ξαγρύπνια του νου και της ψυχής/
που παραδίνεσαι χωρίς αιδώ/
σ ένα και μόνο άνθρωπο/ έναν/

πως περιγράφεται η αίσθηση αυτή/
παρά μόνο με την αγνότητα ενός παιδιού/
με το χαμόγελο μιας γιαγιάς
στο κατώφλι καθισμένη /
ενός παππού που κρατά/
ένα κουτί με φωτογραφίες /
αλλοιωμένες από τον χρόνο/
με τον γεωργό που ανακαλύπτει
τα νέα φυτά/ σκυφτός

αυτή είναι η γλώσσα του ερώτα
με τον τσοπάνο που βατεύει την προβατίνα/
με τον άνδρα που γυρνά από τον πόλεμο/ με τον έφηβο που ψαχουλεύει το βρακί και ονειρεύεται ορθός/με την γυναίκα που αγαπά και περιμένει /αυτή είναι η γλώσσα του έρωτα/ μια ιερή σημαδεμένη από τον χρόνο και την σάρκα μιλιούνια οι άνθρωποι στην ζεστασιά της ……

μαρία πανούτσου


Ne pas écouter les mots sacrés

... la langue des amants
la langue est dure et tendre /
est vil et saint /
est la vie et la mort /
est la maladie et la santé /
jouet et ennui /
toutes les saisons de l'année
tous les jours / nuits
MARIA PANOUTSOU Oct 2016
here is the deepest secret nobody knows
and this is the wonder that's keeping the stars apart
I carry your heart(I carry it in my heart)
E. E. Cummings


ερχόμουν και έβλεπα/ κοιμόσουν βαθιά/
δεν ήθελα να ξεβολέψω/το κορμάκι μαζεμένο/
ένα σημείο ακραίο στο κρεβάτι/ τα σεντόνια όχι /κάτω από το σώμα σου/ γύρω από / ένα μαξιλάρι που δεν έμενε στο κεφάλι στιγμή/ ύπνος βαθύς / ερχόμουν και ερχόμουν/ να μπορέσω και φτιάξω το κρεβάτι καλύτερα/ ύπνος παιδιού /το άφησα /χθες ανακάλυψα και ένα σημάδι/ που τύπωσες με το στόμα σου /το στόμα/ μια πύλη ανοιχτή / σαν βεντάλια/ λίγο κάτω από το σύμβολο των Δελφών / δικό μου έμεινε το σημάδι/ στον ομφαλό της γης /το ένοιωσα εκείνη την νύχτα / ένας λεπτός σαν κλωστή πόνος/ τα δόντια στην σάρκα μου/ και δεν περίμενα πως θα άφηνε μια τέτοια ζωγραφιά, / θα μου πεις γιατί παίρνω τον κόπο και τα γράφω όλα αυτά; / ερώτηση/ και εσύ; / τι άραγε να νιώθεις; πως είσαι εσύ ; αναγνωρίζεις κάτι από αυτά που γράφω; το σπίτι ταράχτηκε που ήρθες/ ένοιωσε απειλή για την ιερή μοναξιάς μας / χτύποι πυκνοί /


©Μαρία Πανούτσου
Open Door
Ανέκδοτα κείμενα
συγκεκριμένο γραπτό παρουσιάστηκε στο https://tovivlio.net/%CE%B5%CF%81%CF%87%CF%8C%CE%BC%CE%BF%…/ Ευχαριστώ το tovivlio.net και την Τζουγανάκη Μάχη για την παρουσίαση
MARIA PANOUTSOU Oct 2016
Στο δρόμο που με πήρε  μοναχή
Δεν ξέρω πως  αλήθεια
Βρήκα μια νέα μέσα μου ψυχή
κι όνειρα βρήκα πλήθια
Μαρία Πολυδούρη




Στον Τάσο,

……oι απώλειες  αποξενωμένες
κι ένα κομμάτι της ζωής μου  κρυμμένο συνεχίζει
την άγνωστη πορεία του/
και σε μένα άγνωστη
ειλικρινά/
γιατί δεν τα βάζω  με το εαυτόν μου;
να βρει τον μάστορα του τελικά/
και έτσι το άγνωστο να γίνει γνωστό
κι πέρα από αυτό να προχωρήσω
δεν θέλω να μείνω πίσω/ με αναπάντητα ερωτήματα
αυτός  πως έφτασε πιο γρήγορα από μένα/
να ξέρει άραγε γιατί τρέχει ; και εγώ που πάω;
το τέλος/ κοινός τόπος όλων
γιατί προσποιούμαι  λοιπόν ότι πάω προς τα εκεί;
ότι όλα εκεί οδεύουν;


κατευθύνομαι στο πρώτο μπαρ/  είναι πρωί
οι δρόμοι  γλιστεροί/  το μπαρ  της γωνιάς
τα χρώματα της στιγμής/ πράσινο, γκρι καφέ και μαύρο/
αλήθεια γιατί όλα τα καλά μπαρ είναι γωνιακά;
μόλις έχει ανοίξει/ ένας  νέος άνδρας με καλωσορίζει σιωπηλά
η πόρτα μένει μισάνοιχτη και φέρνει τον τσουληστό  ήχο το δρόμου
ο νέος άνδρας  κατευθύνεται προς το μπαρ
με ένα πανί  περνάει όλη την επιφάνεια του πάγκου
που  γυαλίζει  έτσι και αλλιώς/ κάθομαι κοντά σ ένα παράθυρο, μονό κάθισμα μικρό τραπεζάκι/
ίσα ίσα με χωρά/ μου φέρνουν   καφέ/  ένα κορίτσι ξανθό -τι πρωτότυπο -  βάλανε κι’  ένα κομμάτι του ‘70 ..  ο καφές αχνιστός και η κινήσεις του μπάρμαν  σταθερές ρυθμικές/  αργές γενναιόδωρες  καθώς ταχτοποιεί  γύρω, με υπνωτίζουν
έξω ψιχαλίζει  και ο ουρανός ανοιχτόχρωμος γκρι / με ένα φως  υπερβολικά ισχυρό
κρυμμένος  ο ήλιος κινείται κάτω από τα σύννεφα σαν να γλιστράει  σε νερό     με θέλει  μαζί του - του λέω σταμάτα -  δεν θέλω να πάω αλλού από εκεί που βρίσκομαι/

όμως οδεύω προς μια άλλη γραμμή/  με μια σημαία  άγνωστη  σε πολλούς  λέγεται   ..αφρονηνόηση..    και είναι  μιας χώρας νέας/  μόλις δύο μηνών
έτσι  ξεκίνησαν όλα
από μια μικρή οπή στον ουρανό/ τυχαία την εντόπισα

©Μαρία Πανούτσου      


Open Door
Ανέκδοτα κείμενα
Μήνυμα στον αέρα που φυσά / Σε ύφος  προσωπικό I,  ΙΙ
ARE
INSTANT  TALES
MARIA PANOUTSOU Nov 2016
Μια άλλη ματιά

Ήθελα  να γίνω μυρμήγκι  για  ένα βράδυ
Να δω τις αντοχές μου και  την ζωή με άλλα μάτια
Να δω τον κόσμο μια ελάχιστη αναπνοή  πάνω απ’ το χώμα
Να δω τις σταγόνες της βροχής καθώς διαθλώνται γύρω μου
Το χιόνι καθώς το αντικρίζω μέσα από την φωλιά μου
Το πάτημα του ανθρώπινου παπουτσιού να με συνθλίβει

©Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Dec 2016
Of the wide world I stand alone, and think,
Till Love and Fame to nothingness do sink
J.Keats

    

    


Μουγκή μπροστά  στα επάργυρα /του κόσμου/ ν αφαιρώ και ν αφαιρώ/ μέχρι να φτάσω άσπιλη / στα χέρια του αγαπημένου/να του προσφέρω λίγο  από  μένα /στο φως και στο σκοτάδι /

Μαρία Πανούτσου
Απόσπασμα
MARIA PANOUTSOU Oct 2017
from my first life I will keep only the water

I will live as little as it may be ίσως μερικές μέρες

ίσα ίσα να να γράψω την βιογραφία μου

στρώματα στην λάσπη

κι εσύ  με άλλη μορφή με πιτσιλιές  από αίμα


© Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Oct 2018
Friends are the scales
to approach the sky
M.P



Mε νανουρίζω και θυμάμαι.
Τότε που είδα έναν τυφλό,
να προσπερνά ένα δρόμο,
μια βροχερή μέρα του Οκτώβρη.

Ή τον ρόγχο, που έβγαινε
από το στόμα του θείου,
πριν πεθάνει μέρες έξη.


Έξω η πολιτεία κοιμάται
ένας  γέροντας κοιτά τον ουρανό

Ένα στρουμπουλό παιδί στην άδεια πλατεία μαζεύει  πώματα από κόκα κόλα.

Στο  Παράθυρο αντικρύ κουνήθηκε η κουρτίνα

Το διπλανό κτίριο σκοτεινό

Κάποιοι περαστικοί κοιτούν με περιέργεια

Την γωνία τα σκουπίδια  
σαν παρασκήνιο τσίρκου  εγκαταλελειμμένου


Αδημοσίευτη συλλογή.
©Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Oct 2016
Μου διαφεντεύεις την σιωπή
μου αποσπαίρνεις την γαλήνη
μια απουσία απομένει εκεί
καθώς η νύχτα περπάτα χέρι με χέρι
φείδι στην τσέπη σου και εγώ μ’ ένα πουλί
δείχνω τον δρόμο για του τέλους, την αυγή
Πλησιάζω, αστράφτουν οι κολόνες πνιγμένες στο φως
Κολυμπώ προλαβαίνω την λάμψη
Κυνηγώ μια ζωή που δεν είσαι εσύ
Κι’ όμως γεμάτη θύμηση από οσμές και γρήγορες σκηνές
Ακόμη και το κάθισμα τόσο στενό να μας χωρά
Τι ομορφιά για λίγες στιγμές
Εκείνη η φωτισμένη σκιά
μην ψάχνεις, θα οδηγήσω εγώ
πάντα φωτισμένη από το σκύψιμο της κεφαλής
και τώρα που το λέω βλέπω στα μάτια σου
ένα αντίο,αυτό το γνώριμο αντίο το μικρό
στερνό και λιγωστό μ’ένα χαρτί να μεγενθύνει τη στιγμή
©Μαρία Πανούτσου
Ανέκδοτη ποιητική συλλογή
MARIA PANOUTSOU May 2018
Μαρία Πανούτσου
Να θυμάσαι
Αφιερωμένο εξαιρετικά




Δεν είσαι ένα πρόσωπο  
Είσαι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο
Συγκεκριμένα χείλι
Και η φαβορίτα εκεί κοντά
Σ’ ένα αυτί συγκεκριμένο
Που του μιλώ  


Συγκεκριμένη και η μύτη  
Και το δέρμα και  η υφή του
Συγκεκριμένο και το στέρνο
Με τις θηλές να εξέχουν
Μέση, γοφοί, συγκεκριμένα  όλα  
Ένα σώμα που απλώνεται και φέγγει
Και παρασύρει όλα τα ανδρικά σώματα
Σε ένα τραγούδι λίγο λυπητερό


Μαδάω την μαργαρίτα  
Και την ρωτώ
Μ’ αγαπά δεν μ’ αγαπά


Να θυμάσαι τις στιγμές που μ’ αρνήθηκες
Τα μάτια που σε λάτρεψαν
Τα χέρια που μίλησαν
Μα  πιότερο να θυμάσαι
Πως τα σώματα μας όταν πλησιάζει το ένα το άλλο
Είχαν γιορτή
Και μια γαλήνη απλωνόταν, γαλήνη ζωής
Σε όλα τα μέλη μας  
Είναι το σώμα,
Ένα δώρο να θυμάσαι  


Τους αιώνες διατρέχαμε,
Να βρει ο ένας τον άλλον
Και τώρα ο παντοδύναμος  χρόνος  
Μας ανταμώνει ξανά


Κάτω από την φούστα μου κρύβω
Ένα μαχαίρι
Ένα άστρο  
Ένα ποτήρι νερό
Και το φιλί σου
Για ασφάλεια, μη με χάσεις, μην χαθούμε,
Φύτεψε με στις γυναίκες που πλαγιάζεις
Στρίμωξε με, μέσα στ’  όνειρα σου
Και μην περιμένεις την γνωστή  λέξη
Δεν θα την προφέρω για σένα
Βρήκα μια άγνωστη λέξη  για σένα μόνο
«Σ ‘αγαπώ»



Επίλογος. Αν  όλοι οι άνθρωποι  ήταν την ίδια στιγμή ερωτευμένοι, τότε σε όλη την γη,  θα απλωνόταν απ’ άκρη σ’ άκρη  αυτόματα,  η ειρήνη.​
MARIA PANOUTSOU Jan 2017
δεν έχω λόγια πια / να πω/
να τραγουδήσω
ένα πουλάκι μόν έμεινε/ κι αυτό/
βουβό/
πάνω και κάτω/ σε κλαδί σαθρό/
σταχτή/ ξερό /
αυτός ο κόσμος ο καλός/ ο νέος/
ο απανταχού / νεκρός/


©ΜΑΡΙΑ ΠΑΝΟΥΤΣΟΥ
MARIA PANOUTSOU May 2018
Μαρία Πανούτσου

Ο δικός μου   Άνδρας


Είσαι  το φως που τυφλώνει

Ένα κουτί  μαγικό

Μια συλλογή  από χαμόγελα

Ένα  σπίτι  γεμάτο

Ένα λουλούδι  παραδείσου

Μια αγκαλιά  

Δυο χέρια  ζεστά

Μια λαχτάρα  

Είσαι   η μέρα και  η νύχτα

Είσαι  το φως και η σκιά

Είσαι ο καθαρός ουρανός

Είσαι η αστραπή που σκοτώνει

Είσαι ο Αδάμ

Είσαι  το πλευρό μου

Είσαι   η εκπνοή μου

Είσαι   η ανησυχία μου

Είσαι  οι πρώτες στάλες  της βροχής

Είσαι   ο άλλος  μου εαυτός

Είσαι   το μυστήριο της ζωής

Είσαι  το άπειρο

Είσαι ότι δεν μπορώ να κατακτήσω

Είσαι  αυτό που ονομάζουν οι άνθρωποι αγάπη

Είσαι η φωτιά

Είσαι  η ουσία




Είσαι   ο θάνατός μου  

Είσαι  το απερίγραφτο

Είσαι ένα περιβόλι με τα σπάνια φρούτα

Είσαι το κουτί  της Πανδώρας.

Είσαι  η ζωή  που θα θέλαμε να έχουμε

Είσαι   αυτό που δεν ορίζεται

Είσαι η στιγμή  στη αιωνιότητα

Είσαι  αυτό που δεν έχει τέλος

Τίποτα δεν πάει χαμένο από σένα  



Μάιος  2018
Στον  Αγαπημένο
Οδοιπορικό Ά

Καθώς στερεύουν τα πηγάδια της συνείδησης, είμαστε εκτός ορίων

Εκείνες ήταν ανελέητες, ωχρές από μανία, στεγνές, χωρίς καρδιά, θηλυκά με μύξες στα μάτια τους, αντί για φως και φωτιά. Είχαν ένα μάτι στραμμένο στο εαυτόν τους και ένα άλλο μάτι στο πλάι να κοιτά πλάγια τους άλλους να αντιπαλεύει το ένα το άλλο. Δεν έμοιαζαν καν με μονόφθαλμο αλλά με ένα τέρας χωρίς πρόσωπο, με εκφραστικούς μύες που δήλωναν την απαξίωση, την απόλυτη και σκληρή απαξίωση του θηλυκού, με το σώμα τους αραχνιασμένο, με ένα και ένα ακόμη ίσον δυο, μάτια – τρύπες, ασύμμετρες θολές, να κοιτούν σε κατευθύνσεις αντίθετες, σε ένα κεφάλι που γυρνούσε γύρω -γύρω σε ταχύτητα ασύλληπτη, για να μην χάσει καμία όψη του κόσμου την ίδια χρονική στιγμή. Η έχιδνας όψη τους, γεννούσε σιχασιά πιο πολύ, παρά φόβο.

Τις ονόμαζαν γυναίκες και γεννούσαν παιδιά όλα αγόρια που τα σκότωναν με την γέννηση τους. Αν έφερνα στο κόσμο θηλυκά τα στιγμάτιζαν με την πρώτο κλάμα. Ερχόντουσαν σε επαφή με τους άνδρες που είχαν απομείνει στο κόσμο, κάτι γέρους με πέη δύσοσμα αλλά ακόμη ενεργά. Πήγαιναν βράδυ μαζί τους χωρίς φεγγάρι ή καταμεσήμερο με τον ήλιο κατακόρυφο να τους καίει τα απαίσια κορμιά τους και τους βίαζαν. Τα μωρά που δεν ήταν πια μωρά, ζητούσαν απεγνωσμένα να βυζάξουν από τα στήθη των μανάδων τους, που δεν ήταν πια μάνες, αλλά ακέφαλα τέρατα. Δέος καθώς μπρούμυτα τα παιδιά βύζαιναν τα στήθη χωρίς γάλα.

Οι κοπέλες που επέζησαν και δεν συμφωνούσαν με το είδος της καταστροφής του γένους, που επέβαλλε η πλειονότητα των γυναικών, έκαναν ότι μπορούσαν για ν’ αφανίσουν τις γυναίκες αυτές και τους γέρους άνδρες και στραγγάλιζαν τα στιγματισμένα θηλυκά, με στόχο να μην δοθεί καμιά επιπλέον διορία.

Μαρία Πανούτσου

Από την ανέκδοτη σειρά σύντομων αφηγημάτων: «Αλληγορίες»
MARIA PANOUTSOU Jul 2020
Ο δρόμος με τα χαμηλά σπίτια

Και όσοι ζουν μέσα στα εγκόσμια
ας ζουν σαν να μην ασχολούνται με αυτά
Προς Κορίνθιους

Στην ζεστή άσφαλτο περπατώντας
έγερνε δειλά το κεφάλι
και έβλεπε τα δένδρα
να ριζώνουν στον ουρανό

Δεν έφτασε ποτέ στο σπίτι που γεννήθηκε
δεν ήξερε καν τον δρόμο
έτσι ησύχασε και αφοσιώθηκε
στο δρόμο της καθημερινή βόλτας

Αναμονή για τις αμυγδαλιές
τον μήνα τον σωστό
κι’ ήταν το κρύο απαλό
χάδι που προμήνυε γιορτές

Έμοιαζε με χαρά κοινωνική
μα έκρυβε μια άλλη χαρά
σαν ένα όστρακο που κλείνει στιβαρά
μια λαίμαργη αχιβάδα

Εκείνο το άγνωστο μέρος
γεμάτο με θάμνους έκρυβε ένα κάτι
που την φόβιζε και την σαγήνευε
χωρίς όμως να ξέρει το γιατί

απουσία χρόνου της θύμιζαν τα σπίτια
και μια ασιτία κρυμμένη πίσω από τα παράθυρα
έβλεπε το στοιχείο που καθόριζε τον δρόμο
ο ουρανός που πλέρια έφεγγε


την καρδιά μακριά να κρατήσω
από ό τι με θέλγει
και με βήμα αργό να ψελλίσω
«αυτός ο δρόμος με καλεί και πάλι».

Μαρία Πανούτσου
Νοέμβριος 2018
MARIA PANOUTSOU May 2017
το χέρι  που ξέθαψε, κοχύλι μπηγμένο σε  βράχο τραχύ

η φωνή που χρωμάτισε ένα  εκκωφαντικό, τώρα

η μοναχή που έζησε σε θαλερά  νωπά στρώματα,

εκείνο το  ρυάκι, που βγάζει σε μια θάλασσα τόσο έρημη

ο ήλιος,  που ανασαίνει κάθε δείλι

αυτό  το πουλί που ζυγιάζεται  στον ουρανό, πριν βγουν τ’  άστρα


Μαρία Πανούτσου   (part of a poem  about  the, that,  ici, et la,
MARIA PANOUTSOU Feb 2022
Φορώ μια μάσκα/
Μόλυβδος ανθρακικός /
Κατάσαρκα την βάζω/
Γι' αυτό αφήνω το ψιμύθιο/
Κάπως γι' αργότερα νομίζω/
Την φυσική μου μάσκα θα φορέσω/
Εμέ την ίδια να πλανεύω/
Μάσκα καλής και άκακης γυναίκας/
Να παίξω με τον ρόλο /
Όπως παίζουν τα ζάρια/
Οι φτωχοί κι οι βασιλιάδες/
Next page