Αναλογίζομαι το σώμα,
σαν μια διαφάνεια,
όπου πάνω της,
γράφω τα όνειρά μου
Οι περιπατητές ήταν γυμνοί,
έτσι επιθυμούσαν την ησυχία του κορμιού.
Ρώτησα το σώμα μου,
ήταν πρωί μιας παράξενης μέρας,
αν θέλει να ζήσει ακόμη λίγο,
και εκείνο με άφησε σε μια νοσταλγία.
Ό, τι με ενδιαφέρει,
διαφέρει από σένα αγαπητή.
Άσε να εκφράσω, την πτυχή που με πονά,
να δω και εγώ, με περιέργεια,
την φορά των πραγμάτων, να κυλήσει στο νερό.
Πόσες φορές να το πω,
χρειάζομαι φως και λόγια σταράτα.