Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
 
MARIA PANOUTSOU Jan 2020
Η ροή ξεχειλίζει σε άνοιγμα
ίσο με μια κοφτερή ηλιαχτίδα
Το βουνό αναλλοίωτο στον χρόνο τον ανθρώπινο
σκιάζει το σπίτι που μένει μελαγχολικό
και άτρωτο από κάθε μάτι κακό


Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jan 2020
σε ποιά αυλή να περάσω την νύχτα μου/
σε ποιο δένδρο να ακουμπήσω/
ποιο αστέρι να διαλέξω/
για ταξίδι στο στερέωμα/

είμαι μια πλημύρα σήμερα/
είμαι  ένα  ποτάμι/
ο αέρας μου μίλησε εχθές την νύχτα/
έκανα πως δεν άκουσα/

παρέδωσα κι εγώ το πνεύμα/  
σε ένα τραχύ  βλέμμα/
ένα άκαμπτο  αρσενικό/
μια  θαλπωρή ανύπαρκτη/
ένα  στέρνο  άκαρδο/
μια  αγκαλιά αγκάθια/
κι’ ο καθρέπτης  έσταζε αίμα/
Μαρία Πανούτσου  2018
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
Φαίδρας προς Ιππόλυτο

Γυμνή μπροστά σε δύο άνδρες.
Να ζήσω ή να πεθάνω.
Η απουσία ρούχων με εκφράζει.

Για Δες!
Μια στιγμή αδυναμίας
και το όραμα της ελευθερίας

παγώνει.

Δεν αναρωτιέμαι πια για τίποτα.
Μοναχικός ένα δρόμος
ξανοίγεται μπροστά μου.
Αναζήτηση της ηρεμίας.
Μιας και μόνης.

Εκείνη, με το σώμα αγνό από πάθη.

Δρόμος σκοτεινός και τρομαχτικός
αφού τα δυο σου μάτια, ίδιοι φανοί,
θα λείπουν απ’ την ζωή μου.
Μοναξιά ήρεμη καλώ να με ακούσει.

s.o.s

Πριν είναι αργά και η θέληση
για θάνατο, με πλησιάσει.

Σε λίγο αυτό το γράμμα,
η πιστή παραμάνα, θα παραδώσει.
Σκυφτός θα την διαβάσεις.
Σε λίμνη θα την δώσεις,
τροφή των ψαριών, το ξέρω.
Μα πριν, κάθε κόκκο φιλίας δικής μας,
να εκτελέσεις, σπονδή, στην θεά Αφροδίτη.
Μαρία Πανούτσου
Αθήνα 2019
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
Αυτό το  ταξίδι κράτησε πολύ


                                                          ­                                                                 ­      Μην φωνάζετε
δεν είμαι κουφή
ακούω τα πάντα




Από το εκεί στο εδώ
με μάτια ανοιχτά  και δεν τυφλώθηκα
τρύπωνε το φως πότε - πότε

Κοίταξα  πρώτα τον γιατρό που με κοίταζε
κοίταξα και  την μάνα μου - ακόμη πονούσε
-χαμογελαστή πονούσε-ανοιχτό το σώμα

Μετά  έκλεισα τα μάτια να ξεκουραστώ
το ταξίδι μεγάλο
και οι πόνοι με χίλιους ήλιους σε νέο πλανήτη

Για μένα  το νερό μοναστήρι πρώτο
πιο σημαντικό κι’ απ’ το φως
και ο αέρας ένα  ποτάμι και αυτό


Ήθελα να γεννηθώ  ανάποδα  
αλλά στο τέλος άλλαξα γνώμη
και βγήκα με το κεφάλι ΄
φελούκα στον ουρανό

Μέσα στο σώμα της, σκοτάδι
υγρασία και  ένα κύμα ταλάντευσης
κούνια και ύπνος  βαθύς

Δεν ήθελα να ξεγελαστώ
κάτι μου έλεγε ότι θα  έχανα την επαφή  
μόλις αντίκριζα το φως
από  τί δεν ήξερα -σκεπτόμουν όμως
λαγοκοιμόμουν
αφουγκραζόμουν  

Κράταγα
τα
σχοινιά  
του
καραβιού

Κράτησε πολύ αυτό  το ταξίδι  
αναρριχιόμουν συνεχώς
καθώς γευόμουν  την μυρωδιά της μάνας
αλλά και την φωνή της που με πότιζε  
με ερωτήματα

Όλο αυτό
είχε  
μια  
γλύκα
ενοχλητική  

Το φως αντίκρισα κουρασμένη  
και  φωνή δεν είχα  να κλάψω
όμως  έκλαψα στο τέλος  
για να ησυχάσουν οι άλλοι

Αυτό το χωρίς επιστροφή  
ταξίδι του ερχομού  
που φανερώθηκε
κράτησε χρόνο πολύ

Στις χούφτες μου μηνύματα κρατούσα σφιχτά
δώρα για βασιλείς και αρχόντους
και στις κόρες των ματιών μου
όλη  η  ζωή της ανθρωπότητας

Είμαι αδύναμη και ο ψυχισμός βουβός
τις νύχτες με παρατάει
και τρέχει σε μέρη άγνωστα κι’  αφιλόξενα
γεμίζει τις φλέβες μου με δηλητήριο
το αισθάνομαι καθώς  όλο το σώμα
σαν το υγρό που ξεχειλίζει κάποια στέρνα

Βρίσκομαι ακόμη σ’ εκείνο το ταξίδι
η μήτρα  γεννά και η μήτρα θάνατο σπέρνει
άντε αδέλφια και εσύ θεέ
ανοίχτε τις  θάλασσες  
δεν έχουμε χρόνο πολύ ακόμη
----Κέα  2019
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
…του θέρους μνήμες  σκόρπαγε, τις περασμένες
μαζεύοντας τα πρωινά, κοχύλια στις ακτές,
ξεβράσματα μιας εποχής, της θάλασσας περίσσια,
κι’ έριχνε βλέμματα σε τόπους άλλους μακρινούς,

σκορπίζοντας  το είναι του, σε νύχτες λαφιασμένες
καθώς οι μέρες ισομετρικά, ταξίδευαν παντού,
κι οι φόβοι να τον κυβερνούν,
στο μήκος των ονείρων,
χαραματιές που άφηναν σε σώμα και ψυχή,

ki’ ανυποψίαστος αυτός, ριγούσε, μπερδεμένος,
σε κάθε  χτύπο  του κορμιού,
και της καρδιάς
και του σπιτιού το τρίξιμο….

κι' άφηνε του φόβους του να κυβερνούν
καθώς οι μέρες ταξίδευαν
εκείνος
το μήκος του χρόνου μέτραγε  
κι ακούγονταν παντού
πατημασιές

2019 Αθήνα
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
.ο έρωτας, ένα άχρηστο τραπουλόχαρτο
που μόνος, εξαργυρώνεται
στον χωρισμό,

κι’ εκεί ανθίζει, κι’ εκεί ανέρχεται
στους εφιάλτες, στα γδαρσίματα,
σαν ένα τρένο, που βρίσκεται  πάντα μπρός..

Τα πρωινά
Μ.Π
MARIA PANOUTSOU Dec 2019
Καράβι στολισμένο

ετοιμόρροπο/

στην άκρη θαλάσσιου ύδατος/

εξατμίζεται



Αστόλιστο  δένδρο

γυροφέρνω/

με  στολή ναυαγού/

πριν κυλίσει αργά στο σκοτάδι



Γιρλάντες απωθώ/

μ’ ενοχή τρανταχτή/

δώρα χαρμόσυνα/

ατμόσφαιρας  λειψής



Ψαχουλεύω  στις  τσέπες

του μυαλού μου/

περπατώ

στο δωμάτιο αργά/



Σε φέρνω στολίδι

σε  δικό μου ζωγραφισμένο πίνακα/

και  αναρωτιέμαι

για τη μορφή σου/



Έξω βοριάς/

μα να / ο  αιώνιος  Σίσυφος /

κουβαλώντας τον σταυρό του/

μόλις γεννήθηκε



Σηκώνω τις λέξεις

τις τραβώ απ’ το κορμί Σου/

καταπίνω τ’ όνομα Σου/

γεμίζουν τα σπλάχνα  μου ευλογία/

Σε θέλω  φίλο/



Ξεσκεπάζοντας

βλέπω τα σημάδια Σου

άπιστε Πέτρο/

αναποδογυρίζω  εικόνες/

με τον Ρουμπλιόφ

να κλαίει γοερά/



Τι μένει απ’ την γιορτή γέννησης/

παρά ένας καημός/

κι ένας λυγμός



Στην  άκρη της πόλης/

πάνω σε πέτρα άβολη

και κοφτερή/

Σε βλέπω/



Ένα παιδί που μόλις  μεγάλωσε/

δηλώνει  πίστη και  λέει/

«Άφετε τα παιδία

και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με,

των γαρ τοιούτων εστίν

η βασιλεία των ουρανών»



Έξω/ ωχρή συννεφιά/

Σε σκέπτομαι στο κρύο/

και παγώνω/

Σε  αφήνω σκυφτό /και  σκεφτικό/

Χριστέ μου



Γυρνώ το βλέμμα μέσα/

επιστρέφω στο χρέος /

εγκαταλείπω το χάος/



Τιτίβισμα παιδιών με καλεί/

εξιστορώ τον ερχομό Σου/

Λιβάνι / Χρυσός  και Σμύρνα/



Βάζω τα λόγια Σου

στο στόμα μου και πάω/

σε μια καρδιά δική Σου/

και δική μου/



Ο κύκλος  ξεκινά και πάλι/

Είναι Χριστούγεννα
Next page