Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
 
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
Στον  Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκυ
18/01/2019


Η πλατεία

α.

η πλατεία  δεν ήταν πια η ίδια
ο κύκλος  εχάθη
ούτε ένα πράσινο φύλλο
ένα ποτάμι από τσιμέντο
χύνεται βαθειά μέσα στα σώματα
κανείς πια δεν ακούει
τις καρδιές που χτυπούν
ένας σκύλος περιδιαβάζει την πλατεία
λίγο πριν το χάραμα
μυρίζει ανθρώπους
αλλά δεν τους βλέπει

από εκεί ψηλά  ένα τελευταίο
αστέρι χαιρετά τον ήλιο
κανένα βλέμμα προς τα  εκεί

μια φιγούρα ανέλπιστη σέρνεται
κοντά σε ένα κτίριο ερειπωμένο
που θυμίζει το  έτος 1967
ήμουν λέει  ένα μωρό και μεγάλωνα

τα ρούχα μύριζαν απλυσιά ημερών
τα τραπεζάκια ζητούσαν οβολό
περνούσα  με κλειστά μάτια
ονειρευόμουν ένα μέλλον
που έχει ήδη περάσει

β.

Το τελευταίο Χιόνι


Δεν είπε τίποτα/
ξάπλωσε στο κράσπεδο μια νύχτα/ με ανοιχτά τα μάτια/

κοιτούσε τον ουρανό/ καθώς έπεφτε το χιόνι αργά/

την σκέπαζε  ασίγαστα/

πρόλαβε να κρυώσει τόσο/ που βόγκαγε  στον  πόνο/
πρόφτασε να θυμηθεί/
τον έρωτα /
όταν η καρδιά της σπαρτάρησε /
άφησε έναν ήχο/
ίσο μ έναν ήχο βιολιού/

είχε ήδη απομακρυνθεί για το μεγάλο ταξίδι/
το σύμπαν/ το σύμπαν/

και κοιτούσε από μακριά  /

την άδεια παγωμένη πλατεία /
κι εκεί ένας όγκος μικρός/
φαινόταν/   σαν ένας τάφος μωρού/
στο κέντρο της πλατείας /
και τότε ένοιωσε/ τον τελευταίο χτύπο της καρδιάς της /
ν’ ανήκει πια  άλλου/

η  θύμηση του κορμιού του/
την γλύκανε για λίγο/
πριν ο εγκέφαλος της/ πετάξει και αυτός/ για άλλα μέρη

έμεινε παγωμένη κάτω / στο άπατο το  χιόνι
τα χείλη μαβιά/

την άλλη μέρα την βρήκαν να λάμπει  η ασπράδα της/
πιο άσπρη /και από ένα ποτήρι  γάλα/

στο χέρι της είχε σφίξει ένα  κομμάτι χαρτί /
που δεν μπορούσαν να το τραβήξουν /
θα σχιζόταν  έτσι μικρό που ήταν /

το άφησαν  εκεί/

την ακολούθησε το χαρτί αυτό /στο τάφο της/

κανείς δεν ήξερε /γιατί το κράτησε στην χούφτα της/
εκείνες τις τελευταίες  ώρες/
Μαρια Πανούτσου για τον  Βλαντιμίρ Μαγιακοφσκυ
16/01/2019
MARIA PANOUTSOU Feb 2019
ξύπνησα με σένα δίπλα
δεν λέγεται τι ανεμίζει
μέσα στο κεφάλι μου

τα μαλλιά σου
χαυνώνουν τα όνειρα μου
και γνώρισα και το λαιμό σου χθες
καθώς  το χέρι μου περι-διαβαίνει το
σώμα σου
στάθηκε εκεί
παράξενο συναίσθημα γέννησε

είσαι ο άνδρας και εγώ η γυναίκα
αυτό ξερό και η κάθε στιγμή
αυτό  φωνάζει

είσαι  ένα κείμενο ζωής

μιλάει την ιστορία σου
με πονάει που την διαβάζω
και με ζεσταίνει η σκέψη
ότι έχω το δικαίωμα αυτό


κοιτώ  τον δρόμο που  δείχνει  
τις πατημασιές σου καθώς έρχεσαι

έρχεσαι και  έρχεσαι  σε χρόνο
παρατεταμένο
να με βρεις
τι και αν αμφιβάλλω

πως να μην

η ζωή είσαι εσύ
και η ζωή είναι απρόβλεπτη

έτσι και εσύ  
απρόβλεπτα
μέχρι να ζήσουμε το όνειρο μας



κοίταξε τώρα εκείνες τις μέρες  
σε μια μικρή   όαση
από το τίποτα  με βρήκες

εξιστορώ  την αγάπη μας

κι όμως   μέσα μου έχω όλη την ανθρωπότητα
να με πνίγει
και άλλοτε να με συγκινεί
άλλοτε να αγαπώ  ό τι υπάρξει
και ο τι δε υπάρχει

δεν θέλω την λοξότητα
που ξεκινά με σένα
και με μια δύναμη πως να την ονομάσω
δεν στο κρύβω
πως αγνοώ  τα βήματα
από εδώ και πέρα
Maria Panoutsou
MARIA PANOUTSOU Jan 2019
Ο κρυφός Γάμος
ή
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΣΚΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΘΑΜΝΟ ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΚΟ ΟΝΟΜΑ
CARYOPTERIS INCANA ‘JASON’ SUNSHINE BLUE

UNDER A BUSH, A BUSS IS GIVEN

καθώς αναλογίζομαι την παντοδυναμία του χρόνου
η καρδιά περπατά έξω από μένα
σε γυρεύω πως όχι
αφού εσύ μ’ αγκαλιάζεις και εσύ με φιλάς

ο καιρός των τσιγγάνων πέρασε άδοξα
ας μην περιμένουνε κάτι από αυτό που έφυγε
μόνο έλα να ζήσουμε μαζί έτσι απλά μαζί
το τριφύλλι ποια εποχή φανερώνεται;
εμένα πως με ονόμασες μέσα σου;
τι είπες κρυφά τις νύχτες που όμοια τρελός
γράφεις ένα ποίημα σάβανο και ύμνο μαζί;

Να δεχτούμε την ασύλληπτη βεβαιότητα των ανθρώπων ;
Πως όλα περνούν, όλα μάταια, όλα έχουν ένα τέλος;
Τι φρίκη αυτή η μονοτονία των απόψεων.
Εσύ εδώ μαζί μου, την ζωή ενός σύννεφου
εσύ εδώ με μένα για την αρχή των πάντων
πώς ένα πουλί πληγωμένο
εσύ εδώ με μένα, ξεριζώνουμε ότι βλαβερό
το άπειρο, τον ίδιο τον θεό,
μέσα απ’ τα κορμιά μας
κάθε σπασμός ένα αντίο ανεπιθύμητο
γι αυτό ας πλαγιάσουμε
όπως ειρηνικά κάθε πουλί
στα κλαδιά των δένδρων,
έτσι τρυφερά και αθώα
κουλουριάζεται

ο κόσμος γυροφέρνει ένα χρόνο
μειωμένο από τις μνήμες μια καταστροφής
ο κόσμος ανοίγεται μπροστά μας με πένθος
της χαράς οι στιγμές/ ίδιος ήλιος σε λαμπερό
ουρανό αρπάζουν ό τι σκοτεινό/
και το τυλίγουνε σε ένα ξεχασμένο έγγραφο
ας ενωθούμε μέχρι να περάσουμε
μαζί, στην άλλη όχθη
σ’ αυτή που την λένε αθανασία
αφού με την καρδιά μας γράφουμε τους όρους
ποτέ χωρίς εσύ και εγώ
κάθε στιγμή που είσαι μακριά μου
λέω, ανάθεμα στους μύθους του κόσμου που λατρέψαμε
και αφήσαμε ανοχύρωτη την δική μας πόλη
το σώμα σου σε μένα άφησέ λοιπόν
νεκρό ή ζωντανό
και την ψυχή σου εδώ την έχω κρατημένη

Οι λέξεις που ειπώθηκαν σε όλους του αιώνες
δεν φτάνουν να λιγοστέψουν την πείνα μου
για τον βηματισμό των πελμάτων
σου δίπλα στα δικά μου

…………..ποια ευχή και ποια κατάρα μας συνοδεύει

Εσύ είσαι ένα πουλί, που πάτησε
στην παλάμη μου
ένα χάραμα δροσερό μιας μέρας,
δεν θυμάμαι την εποχή
-τι σημασία έχει-
στάθηκε και κοίταξε την μορφή μου
με την λοξή του
την ματιά
τσίμπησε για λίγο
το ζεστό δέρμα της παλάμης
αφήνοντας ένα φτεράκι γκρι
ένα ανύπαρκτο σημάδι
και ένα φευγαλέο βλέμμα.

Ένα χαρτί λευκό λίγο τσαλακωμένο,
Η πέννα και η μυρωδιά από το μελάνι
Και αρχίζω να σχηματοποιώ τα γράμματα
Γεμίζω το χαρτί και μια χαρά ξεχύνεται
Τα λόγια σου έχουν
Την ίδια δύναμη
Με τις πράξεις τις ιερές του κορμιού σου

Μαρία Πανούτσου

2018 Αθήνα

Σε εξέλιξη. Ανήκει στην συλλογή ερωτική ποίηση.
MARIA PANOUTSOU Jan 2019
Τα του σύμπαντος είναι όλα μια σημαία άσπρη

Ο Θεός

Η αγκαλιά μου ανοίγει σαν ένας πάνλαμπρος κάμπος,
εκεί διακλαδίζεται σαν ένα χταπόδι τεράστιο ένα δένδρο
με τις γειτονικές του ρίζες να αγγίζει ένα ποτάμι θωλουρό

η αγκαλιά μιλάει για τους ανθρώπους
το δένδρο για την γη
και το ποτάμι για την ιστορία

οι ρίζες χάνονται μέσα στου χώματος την υγρασία
και εκεί που σμίγουν πλάσματα χωρίς όνομα

εκεί ο θεός κρυμμένος ξεκουράζεται

Μαρία Πανούτσου
MARIA PANOUTSOU Jan 2019
ΧΩΡΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

μια καθαρή γραμμή στον ορίζοντα μου φτάνει

ένα φουστάνι άσπρο για την περίπτωση

και ένα καπέλο του Ρομπέν των Δασών

οι δρόμοι αυτού του τόπου είναι λίγοι και

μετρημένοι μην προσπερνάτε

τα κιτάπια της ψυχής πλούσια

γεμάτα με στίχους μυστικούς

εκεί και οι θυσίες

εκεί και οι λατρείες

εκεί τα όχι και τα ναι

εκεί που ανθούν μόνο γεράνια και μυρώνια της

Αφροδίτης φορεσιά

μ.π
28/11/18
MARIA PANOUTSOU Jan 2019
Είμαι ο απαγορευμένος καρπός

ερχόμουν και σε έβλεπα/ κοιμόσουν βαθειά/
δεν ήθελα να ξεβολέψω/το κορμάκι σου μαζεμένο
σε ένα σημείο ακραίο του κρεβατιού/ τα σεντόνια όχι κάτω από το σώμα σου/ αλλά γύρω / και ένα μαξιλάρι που δεν έμεινε στο κεφάλι σου ούτε στιγμή/
σ’ όλη την διάρκεια του ύπνου σου ερχόμουν και ξαναερχόμουν/ μήπως μπορέσω και φτιάξω το κρεβάτι καλύτερα/ αλλά  εσύ κοιμόσουν βαθειά /το άφησα έτσι/χθές ανακάλυψα και ένα σημάδι που μου ζωγράφισες με το στόμα σου / σαν βεντάλια/  λίγο κάτω από τον ομφαλό/ ένοιωσα εκείνη την νύχτα ένα λεπτό σαν κλωστή πόνο/ από τα δόντια σου στην σάρκα μου/ και δεν περίμενα πως θα άφηνε ένα σημάδι απλωμένο/ μια καρδία; με βεντάλια; δώσε εσύ το όνομα / θα μου  πεις γιατί παίρνω τον κόπο και τα γραφώ όλα αυτά/ γιατί όλα γίνονται / εργαλείο χαράς/ όταν γινόμαστε ένα  και το δέρμα μου χάνεται μέσα στο δικό σου/ είναι τόσο ξεκάθαρα όλα/ και το ξέρω/γιατί την ώρα που γίνονται όλα αυτά / είμαι  εκεί και μόνο εκεί/και εσύ/ τι άραγε  να νοιώθεις; πως είσαι μετά; αναγνωρίζεις κάτι από αυτά που σου γράφω; το σπίτι μου ταράχτηκε που ήρθες/  ένοιωσε απειλή για την ιερή μοναξιάς μας/  και μετά και μετά  και μετά /και μετά/  και τώρα σε θέλει πάλι/ να έρθεις ακούς;
Είμαι ο απαγορευμένος καρπός
Ο όμηρος των ασελγειών σου
μέσα μου ανθίζεις και γεννιέσαι
να λες καλημέρες και να χάνεσαι
κράτησε με, φύλαξε με
είμαι αυτό που παράγγειλες
The brain, the brain, my brain

MARIA PANOUTSOU
2019
MARIA PANOUTSOU Jan 2019
Οι Αρλεκίνοι

Φορώ μια μάσκα/
Μόλυβδος ανθρακικός /
Κατάσαρκα την βάζω/
Γι' αυτό αφήνω το ψιμύθιον/
Κάπως γι 'αργότερα νομίζω/
Την φυσική μου μάσκα θα φορέσω/
Εμέ την ίδια να πλανεύσω/
Μάσκα καλής και άκακης γυναίκας/
Να παίξω με τον ρόλο /
Όπως παίζουν τα ζάρια/
Οι φτωχοί κι οι βασιλιάδες/

Μαρία Πανούτσου
Απόσπασμα ποιήματος
Οι Αρλεκίνοι
Next page