Αναχώρηση
Κι εγώ που γράφω αυτές τις γραμμές
είναι που έχω φύγει από καιρό
για το ανοίκειο.
Πώς το σημείωμα αυτό βρέθηκε τυχαία
και το έφερε ο άνεμος σε σας...
Το ξέρω:
αφήνουμε σημάδια
κι αυτά θα μας οδηγήσουν με ασφάλεια
στον λαβύρινθο της άλλης ζωής.
Μόνο που φοβάμαι
πως τα σημάδια δεν είναι για την άλλη ζωή
μα για τούτη εδώ —
την απαράμιλλη πίκρα.
Κι αναζητούμε, τάχα,
μια ευτυχία
φτιαγμένη στα μέτρα μας,
μα προσποιούμαστε
πως τη ζητάμε.
Ο Καθρέφτης
Ξέρω τι θα μείνει από μένα:
φαγωμένες φωτογραφίες
και μερικοί στίχοι —
όχι εκείνοι που θα ήθελα.
Συνηθίζω στην ιδέα
πως δεν υπάρχω,
πως μια άλλη ύπαρξη,
μια γυναίκα
που προσπαθώ να εξοικειωθώ μαζί της,
με βοηθά να τελειώσω
κάτι δικό μου, ημιτελές.
Είμαι τυχερή που ανακάλυψα αυτήν τη φίλη:
τον εαυτό μου κομματιασμένο —
σάμπως ευτυχισμένο,
ικανοποιημένο,
κουρασμένο,
μεταμορφωμένο,
παραλλαγμένο,
συρρικνωμένο,
εκτονωμένο,
ψαλιδισμένο,
εναρμονισμένο —
με μόνο εφόδιο μια διάχυτη συγκίνηση
να διαπερνά τους ιστούς του σώματος.
Θα θυμάμαι όσα με μάγεψαν,
όσα με έσπρωξαν παραπέρα,
και πάνω απ’ όλα
τη μέθη της δημιουργίας,
το ξέχασμα του χρόνου,
την απόλυτη αφοσίωση.
Επιστροφή
Μην με ξυπνάτε.
Αντέχω τον πόνο —
εξασκούμαι χρόνια σε αυτό.
Δεν αντέχω την αυτοθυσία,
μα και αυτήν την παλεύω.
Μη μου πείτε όμως τη λέξη τέλος —
με δακρύζει αυτή η λέξη.
Δεν φοβάμαι, όχι,
μα να κρατώ μια επιστολή
σταλμένη από άνθρωπο…
Κάτι θέλω να σας πω,
μα δεν μου βγαίνει καθαρό.
Πάω προς τα πίσω λοιπόν,
εκεί απ’ όπου ξεκίνησα —
σε μια μήτρα
μέχρι να βρεθώ ξανά
στη ροή της ηδονής.
Τόση εξάρτηση δεν αντέχεται.
Το δικό μου ταξίδι θα άρχιζε αλλιώς:
χωρίς πρόσωπο,
χωρίς γραμμές σώματος —
μια ύλη από ανθρώπινα κατάλοιπα.
Όμως είμαι εδώ τώρα.
Χάνω σιγά σιγά
ό,τι μου χάρισε η φύση.
Παρακολουθώ την απώλεια
και τη συντροφεύω
με συρτά βήματα,
χορού πυρρίχιου.
Δεν γυρνώ προς την ιστορία.
Δεν γυρνώ προς την επιστήμη.
Δεν γυρνώ προς τους ήρωες.
Δεν γυρνώ προς την εξουσία.
Δεν γυρνώ σε παντοδυναμίες.
Εγώ —
ο κομματιασμένος, στενολύπητος εαυτός.
Η Τελετή
Κομμάτια του κορμιού μου εξέχουν
από τον τύμβο της Αθηνάς.
Ίσως φταίει που ξέχασα
την Αρκτεία τελετή —
με τα σφιχτά τα βήματα γύρω από τη λεκάνη,
ή τον χορό του θανάτου
με μόνη κίνηση
την έκφραση του προσώπου
σε αναρώτηση.
Εμμέλεια με φώναζαν
από κοντά και μακριά,
κι εμμελώς, με ύβρη
ξεπληρώνω τις χαρές μου —
με αγνωσία,
με αμνησία.
20025 μαρια κασσιανή σκουλαρίκου πανούτσου
© All rights reserved ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ