καλή μου προσωπίδα ρωτώ/θωρώ την χωμάτινη κατοικιά σου κρατώ σφιχτά τα δυο μου χέρια ένα κομμάτι μάρμαρο /μαύρο με πλακώνει ζωή με άλλο πρόσωπο/μικρή ευάλωτη εσύ σήμερα είσαι /και ήσουν / και θα είσαι σε σκέφτομαι και σε θαυμάζω /τι θράσος / κοιτάς με περιέργεια και ψάχνεσαι/ για αυτό σε μακαρίζω /τώρα με ανοχή/ μεγάλη τώρα και σίγουρη/ σε βρίσκω σε ροζ αποχρώσεις/σε χρωματιστά / δωμάτια/ γλιστερά μονοπάτια εύχομαι / να βρεις και να σε βρουν αλώβητη / με φως στα χείλη με πρόσωπο αλλοιωμένο μόνο από χαρά πέρα από την αλήθεια σου /που πονάει/
τρέξε να προφτάσεις / στην στάση / κάποιοι άνθρωποι χαιρέτησε λοιπόν / κάλεσε / ο χρόνος λιγοστεύει στο απέναντι σπίτι την νύχτα/ κοιτάς /το αναβόσβησμα μιας φλόγας που βγαίνει από απρόσωπα / πρόσωπα το δικό σου / θα μείνει μια εικόνα / όπως την ζωγράφισες που είπες / έλα ζωή/ να σου διδάξω / την δική μoυ φωνή δεν αντιστέκομαι στο ρεύμα αφήνομαι /και δεν είμαι/ ότι μοιάζει να είμαι χάνομαι μέσα στο μέγεθος του κόσμου/ και δεν υπάρχω πριν χαθώ όλα είναι μια σταγόνα/ που ήδη εξατμίζεται/πριν καν γεννηθεί/ και ο πόνος ανύπαρκτος ο κόσμος χάνει τον κόσμο για ένα φρέσκο καρότο δεν έχω τίποτα με τα καρότα αλλά να που θέλω να βαφτιστώ σε ένα όνομα/ σε έναν άνθρωπο σε σάλιο ζεστό /
Με ερωτήματα βλέπω την χωμάτινη κατοικία σου/ γι αυτό σε κρατώ στα δυο μου χέρια ευλαβικά /είσαι ένα αλαβάστρινο βάζο/ μαστόρων από την προηγούμενη ζωή/ κομμάτια πάζλ /παιχνίδι στα χέρια του αγαπημένου/που ξέρει να με οδηγεί /