Μήπως το κεφάλι του αγαπημένου δεν είναι αυτό που θέλουμε να κλείσουμε μέσα /στα δυο μας χέρια; έτσι και εγώ τώρα / για το χαμό σου ποιητή που με τις λέξεις σου / μας φτερουγίζεις και με αγάπη / σε λάτρεψα κι’ εγώ/ πιότερο και από μένα/ και απ’ τους άλλους
Δεν λένε πως ο έρωτας είναι τυφλός; τότε /τι χρειάζομαι την εικόνα σου; δεν χρειάζομαι παρά την φωνή σου η φωνή / ναι/ μες το σκοτάδι / δες τις λέξεις σου άκουσέ τες όπως τις προφέρω/ το άγγιγμα/ ναι/ το άγιο που φτάνει από μακριά σε μονοπάτι απάτητο κερδίζεις τον έρωτα μου/ βρες λοιπόν/ την πιο υγρή και σκοτεινή γωνιά/ και πάρε με εκεί / μακριά από όλους παρέα μ’ έναν θάνατο/ τυφλός και αυτός/ μιλάμε για έρωτα άνθρωπε μου/ καταλαβαίνεις; Και με τα λόγια σου φύτευσε / όπως φυτεύουμε δένδρα/ ένα λουλούδι αγκάθινο στο στήθος / στο δικό μου στήθος/ έτσι που όποιος το βγάλει / να ματώσω/
Γνώρισα λίγο αργά την σκέψη σου και είναι ευλογία για σκέψου να σε γνώριζα στο ανθρώπινο επίπεδο/ με όλα τα ανθρώπινα/ να κρέμονται σαν καρμανιόλες/ πάνω από τα κεφάλια μας/ καλύτερα στην απουσία /ο ερωτά μας/ νεκρέ ποιητή και κάτι ακόμα ο θάνατος γίνεται πιο αγαπητός και αυτός /αφού αγάπησα εσένα