Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
 
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
το λεωφορείο ξεκινά
ένα κάθισμα σε περιμένει
μασουλάς ένα ψίχουλο
αναβολή στην συνάντηση
ίσιωσε τα σώμα πλησίασε
αντέχεις αντέχεις
θαύμα

πήδησε στο κρεβάτι
το τοπίο κέρδισε
ωραία
κλείσε την πόρτα
χαμήλωσε τα φώτα
οι σκιές εκεί
καθαρίζω
νοσταλγώ
αράχνη πηχτή
φυρονεριά παντού

σε διαφορετικά
σπίτια καλεσμένη
ανεβαίνω κατεβαίνω
τα σκαλιά
δεν είναι όλα του κόσμου
πιο δυνατά
από μας

ονομάζομαι Διοτίμα, μια κατασκευή,
κατοικώ στις παρυφής των πόλεων
μελετώ τα χαμόγελα των ανθρώπων
την γωνία του βλέμματος
ξεγέννησα την γυναίκα της διπλανής πόρτας
έσωσα ένα ερίφιο για σφαγή
και είμαι εγώ που άνοιξα το κουτί της Πανδώρας
ελευθέρωσα όλα τα του κόσμου αυτού
ύψωσα την σημαία της ομοζυγίας
και ανάθρεψα στο κόρφο μου φίδια και λύκους
αγαπημένα ζωντανά με θώπευαν και αυτά

είμαι γένους ουδετέρου με ουρά
και μια μικρή ελιά στο μέτωπο
το μυαλό μου κατρακυλάει
σε κάθε σημείο της γης
και συνθέτει ανθρώπους της στιγμής
που λιώνουν σαν παγωτό μήνα ζεστό Ιούλιο

Μαρία Πανούτσου
16/12/18
all rights reserved
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
Στον κήπο τα δένδρα φούντωσαν
Δένδρα  της χειμωνιάς
Χρώματα βαθιά του πράσινου
Σκληρά της αντοχής
Ο αέρας μιλάει με ό τι βρίσκει μπροστά του
Με ό τι  του αντιστέκεται

Τις πόλεις ονειρεύομαι να ξενυχτούν
Οι άνδρες σε μπουρνέλα φτάνουν
Και  κάτι γάτες τρέχουν να προλάβουν
Το άδειασμα των σκουπιδιών
Πιο πέρα  η χαρά  μπουρδουκλωμένη


Γυρίζω το βλέμμα στο κήπο
Στην πικρίλα των άγουρων αχλαδιών
Και  στη ξινίλα των πορτοκαλιών
Που άρχισαν να πέφτουν πρώιμα



Μαρία Πανούτσου
Τα πρωινά
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
Στον Jean-Michel Basquiat










από την διψά για γνώση/
στην διψά για τον άνθρωπο/
τον έναν/ τον μοναδικό/

ψάχνοντας στην αλέα/
τα πρόσωπα φωτίζονται/
με το δικό μου φως/  


μετά σβήνω το φως/
και ξαπλώνω σ’ ένα κρεβάτι μοναχό/
ανακούρκουδα  


στο δρόμο η ζωή / είναι  η μόνη ζωή /
η ζωή σε ένα δωμάτιο/ είναι  η μόνη ζωή /
αναθεματίζω /ευλογώ /και  τραγουδώ την ζωή/


Ο Jean-Michel Basquiat  ήταν ζωγράφος  πέθανε στα 27  του χρόνια
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
Αυτός ο μέγας /

στον ίσκιο  των αγαλμάτων μαζί μου /

τον έπεισα/

και δάκρυσε /

έστω και μια φορά/

-

Της αποδοχής το άσμα

La mort est la fin

d'un amour profond



Ίσκιους/  ω….  εσείς/

επισκέπτες της νύχτας/στις μνήμες των ανθρώπων/

μέρα/τους αποδιώχνομε το χέρι/

σούρουπο/με  το δόρυ της μιας όλβιας χώρας/

ψηλαφώ τα μελλούμενα /κοιτώντας τα χέρια μου/

φλέβες /που τελευταία  διογκώνονται/

ως νεοσσοί υγρών βουνών/



πίσω στα πεπραγμένα

ω..  τα πεπραγμένα

με σκεπτικισμό

και γοερούς παλμούς/

γυρνώ  στην  νοσταλγία /

για κάτι  απροσδιόριστο/



μια καρδιά που είναι να σπάσει/

ας σπάσει  στο στέρνο σου/

ω… μέγα/

κοιτώ γύρω για ρίζες/

ψάχνω να βρω/

τις λέξεις/

λέξεις  καρφιά/

ματιά / ματιά / που διαπερνά

και στρώνει την υποταγή/

σαν ένα πέπλο

από ψιθύρους  γοερούς/



θα βυθίσω στο χώμα/

νύχια και γλώσσα/

αφήνοντας  οσμή  να με διαχέει/

σιωπηλά στην αιωνιότητα/



ένας άλλος  Οδυσσέας/ που η μνήμη του/ ταξιδεύει

μέχρι εκεί που δεν φτάνει ζωντανή κόρη ματιού/



έτσι  θα βυθιστώ/ σε συλλογισμό /πριν ολόκορμη με πάρει/ η οργή/



που έρχεται από  εκείνη την στιγμή/που ο ουρανός ήταν μαύρος/

λήθη μιας γαλάζιας  επιφάνειας/



ας αλυχτήσω σαν τους λύκους των παιδικών μου φόβων/



οι τωρινοί  εραστές των ονείρων μου/πόσο  τους μοιάζουν/



αχ αϊτέ/  με άφησες  σε μια ανυχτωσιά  χωρίς απάγκιο /

κάτι σαν ένα  δένδρο ξεριζωμένο  και πεταμένο  στο πλάι/

έτοιμο για κοπή για λεηλασία/



λιποθύμησα στα χέρια σου θάνατε  θυμήσου/

και εσύ/ Αυτός  ο Μέγας/ όπως σε ονομάζω/

με άγγιξες απαλά στο μάγουλο και ψιθύρισες

με την μοναδική φωνή σου/

ερασιθάνατη εσύ/ μη αμφιταλαντεύεσαι/



και τότε με άφησες να πέσω  στο χώμα/ μ’ ένα γδούπο/

σ ‘ ένα χώμα  καφέ πιτσιλισμένο  με σπόρους/

που τρέφουν  ζώα κι' ανθρώπους/

με κρατούσες με  μάτια  κλειστά χωρίς βία/

μα με  μια μελωδία/  αχόρταγη απ’ την καρδιά σου/

πιέζοντας τις αρτηρίες/ και γλίτωσα/



εκεί με άφησες  απαλά  με ένα σημείωμα/

γραμμένο από το αίμα σου /που μύριζε σκουριά και λιβάνι

και αναρωτήθηκα μα  είναι ζωντανός ο θάνατος/

έχει καρδιά έχει  και φλέβες σαν τις δικές μου/



καθώς διάβαζα με δυσκολία  το γραμμένο στίχο/

μιας μοναχικής καρδιάς που λιποψυχά  σε κάθε απώλεια/

και θυμάται τότε που ήταν ένας άγγελος/



και πετούσε πάνω από βουνά και θάλασσες /



πάνω από λίμνες και  πεδιάδες/

και από το στόμα του  έβγαιναν μόνο  νότες/

ήχοι από  ένα κόσμο που μόλις  είχε γεννηθεί/

και με ρωτούσε αν ήθελα να ακολουθήσω/

να γίνω και εγώ θάνατος/  να  παίρνω ψυχές/



συνέχιζε στο γράμμα/

να  λέει τι με περιμένει  από τότε που γεννήθηκα/

με βάφτισαν μόλις γεννήθηκα/

γιατί  κάτι έδειχνε πως πέθαινα  από κάτι ξαφνικό/

και πάλι στα 13 μου χρόνια όταν μια μέρα με πυρετό

και ενώ κοντά μου ήταν οι γονείς/

τους κοιτούσα και ένοιωθα στο στόμα μου χώμα / χώμα σας λέω

χωμάτινο  χώμα/ και μόνο χώμα/

ξερό και πικραμένο και ξεροκατάπινα χωρίς να καταλαβαίνω/

τότε πάλι  με θέλησε κοντά του/ αυτός ο μέγας/

διάβαζα το γράμμα και δεν ήξερα πιο πολλά από πριν

μόνο έτρεξα να μιλήσω  σ έναν άνθρωπο σε οποιονδήποτε σε έναν άνθρωπο

ακόμη   με ανάσα/ εκπνοή  και εισπνοή  στα πλευρά του/



να πω  κάτι  απλό όπως καλή μέρα σας/  τι κάνετε/ ο καιρός είναι καλός σήμερα/ αλλά είπανε πως αύριο θα ψυχράνει/  θέλετε να καθίσουμε να πιούμε κάτι  να πούμε κάτι/και  ονειρευόμουν την στιγμή αυτής της απλής  επαφής/ το έσω μου μίλησε και είπε/ και με ρώτησε για τα πουλιά/ τα νησιά/ τις πόλεις και τα ακρωτήρια/ τις λεμονιές και τα μπαλκόνια/ τους λόφους  και τις  ακρογιαλιές/ τα σιντριβάνια  τα τριχωτά στήθια/ τα υγρά  χείλη/ τα μαλλιά στον άνεμο/



ημέρεψα με τόσες ερωτήσεις/ και άρχισα να  τις μετρώ /ένα εκατομμύριο  και ένα/ και δυο/ και τρία και/ τέσσερα και πέντε/ και έξι και επτά/

και τότε σταμάτησα και σκέφτηκα  τα  κομμάτια μάρμαρο που είχα μαζέψει από την λόφο  της Ακρόπολης  /κάποιο καλοκαίρι

που είχα ξεχάσει ότι μια μέρα θα  πρέπει να επιστρέψω/εκεί από όπου είχα έρθει / τότε ακόμη δεν τον γνώριζα Αυτόν τον Μέγα / και  δεν ήξερα την δύναμη του  αλλά ούτε και την δική μου/ δεν ήξερα πόσο δεμένη ήμουν με όλα όσα  άρχισαν να με  ακουμπούν  /  το μυαλό / την  καρδία/ και  το κορμί/

πόσο τα μάζευα με στοργή /εγώ  η άλλη  /αυτή / που τώρα μόλις αρχίζω να  ακροαγγίζω/  με  πίστη και  πάθος/ και εσύ   Ω! Μέγα κόψε με κομμάτια/  σάρκινη παντιέρα στις Κυκλάδες  το κορμί μου/



μην μου κόψεις τις ρίζες μόνο/

αυτές που   ρίζωσαν μέσα μου  από την ιστορία της μάνας  και του πατέρα/

από τους μύθους της οικογένειας/

από τους μύθους αυτού του τόπου-

μια στάλα γη  είναι η γης μου –

μην μου την πατάτε –

αφήστε  τις μνήμες να είναι η καταγωγή αυτής της θαλασσόπυκνης   εστίας/

να είναι  η παραγωγή των αιώνων/

μην  την αφήσετε να την πνίξει ο όλεθρος/

διαβολικά μυαλά  του ανθρώπου  εσείς/ altermioego/



εσύ  Μεγάλε δικέ μου φίλε / Αυτός/ όπως   σε ονομάζω/

που με την σύλληψη μου  ήσουν εκεί  να φέγγεις την δημιουργία των κυττάρων μου/

σε ένα ανυποψίαστο θαύμα να χαμογελάς με νόημα/ αγαπημένε φίλε σύντροφε/



γύρισε πίσω την ιστορία για μένα μόνο /Δωροθέα ονόμασε με και  πάρε με μετά/μόνο τις ρίζες φύλαξε αυτού του τόπου  /του τόπου μου/ δεν έχω να σου προσφέρω  αντίδοτο στον δικό σου πόνο/ που αρχίζω να τον αισθάνομαι/   πάρε ένα  κομμάτι μάρμαρο που μάζεψα μηχανικά   κάποιο ζεστό μεσημέρι  στης Ακρόπολης   τα μέρη/ξεδίψασε  μ’ αυτό/





ή  με/ το  θανατερό   υγρό/  αυτό που χύνεις  σταλαγματιά σταλαγματιά/τον πόθο για φευγιό /στα μάτια των έτοιμων  από καιρό/ και μένα/ σύρε με μέχρι  το τέλος με το  ήχο από  τους θρήνους  των  κατατρεγμένων/ και το τραγούδι των παιδιών/ όταν  πλατσουρίζουν  σε νερά μαγικά/ και φαντάζονται την ζωή να κυλά με χορούς και φτερωτά γεμάτα  χρώματα

εμένα περίμενες να σου πω / πώς να φευγατίζεις τους ανθρώπους; / αχ!εσύ /αγαπημένε/ δεν  έχειςμάθει τίποτα από τόσους  θανάτους/ μου βούλωσες το στόμα από την αλήθεια/ με ξένεψες  από την αγάπη/ αρχίζω  και σε καταλαβαίνω/  καταλαβαίνω τι  θέλεις να μου πεις/ καταλαβαίνω/ τις λίγες φευγαλέες στιγμές/ που ήσουν ηρωικά  επίγειος και όλα  ξεκινούσαν από  το μηδέν/θα  σου αφιερώσω  ότι αφιέρωσα στην ζωή / το ίδιο και σε σένα/μια αγκαλιά/



χωρίς καν λογισμό/ εκεί  που όλα ετοιμάζονται να ρίψουν τις κραυγές τους/

ιαχή  μια παροδικής ευτυχίας/

να που  προβάλει ανίκητος ο έξω από δω/

με την παρέα του/ας γίνουν όλα όπως πρέπει να γίνουν/

αφού  μόνο να βλέπουμε έχει μείνει/

χωρίς να καταλαβαίνουμε/

σταματάτε  να μιλάτε/ δεν υπάρχει φωνή μέσα σας/

ακούστε  τον άνεμο/πως πιέζει  το σώμα μας/

πως  αφήνει   επάνω μας γραμμές /μικρές ιστορίες/



δεν κουράστηκες καλέ μου να με προσέχεις/

αφού μόνο εσύ μπορείς να κόψεις  την ανάσα μου/

κομμάτια   μιας νυχτιάς με το σούρουπο να γέρνει

από το τελευταίο μου βλέμμα/ μια μικρή αστραπή/



θα  σε ονομάσω  τέλος  με το όνομα σου

θα σε αποκαλύψω όπως εσύ αποκαλύπτεις/

όλα τα πλάσματα αυτού του κόσμου

που λιγότερο ή περισσότερο/ σε θέλησαν

σαν ένα φτερό που ταλαντεύεται και κερδίζει το βλέμμα/

σε αγάπησαν  τότε  μπορούν να   σε φωνάζουν με το όνομά σου

Ω!  Mέγα




Μαρία Πανούτσου
ο Άνθρωπος ενώπιον του Θανάτου (Αυτός ο Μέγας)
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
Συνύπαρξη με έναν άγνωστο  (α, β, γ)

Έλα τώρα, λύτρωσέ με από τον βαρύ
καημό, κι όσα ποθεί η ψυχή μου
να γίνουν, τέλεσε, κι η ίδια εσύ
σύμμαχος γίνε.
Σαπφώ

α

απ' το αυλάκι  των δαχτύλων μου
προβάλλει  το σκοτάδι   των ματιών σου  
ίδρωτας και νεκρά κύτταρα
κι' η  μυρωδιά  του δέρματος

ανοίκειος   είσαι  καθώς   πλησιάζεις αργά
και τόσο οικείος όταν απομακρύνεσαι
αυτό το τρελό παιχνίδι εντυπώσεων  
το μάθαμε καλά στης θλίψης τα μονοπάτια

αν εμποδίζεις τα χέρια μας να ενωθούν
να γίνουν ζυμάρι από  λατρείας  φως,
μην περιμένεις  η αυγή να φέρει ευλογία
ούτε  να  πεις λόγια  καρδιάς

είναι τα σύννεφα  χωρίς νερό
και ασπρουδερά και η νύχτα  τα σκορπίζει
μα  είναι ο κόσμος  μου εσύ,
και εγώ  ο δικό σου κόσμος

εσύ να  φέρεις το νερό, εσύ και τον καρπό να  σπείρεις  
είναι τα βήματα κοντά και η αγάπη θεία
είναι και ο φόβος μου τραχύς
και  μην τόνε σκλαβώνεις



β

ας  μιλήσω σήμερα για το φως
το έπος της ανατολής
για την τελεσφορούσα  ένταση
για την ολοκλήρωση και το θαύμα

ας μιλήσω σήμερα για το ιδρώτα της δημιουργίας
για  την λαχτάρα της ένωσης
κλείνω όλο τo σύμπαν ανάμεσα σε δυο αγκύλες
μια παρένθεση  και μέσα η περίληψη της ζωής μου

πόσοι άνθρωποι  χωράνε στην καρδιά  μου,
θα στριμώξω άλλους τόσους,
όσους αγαπούν το άνθρωπο που κρύβω,
πίσω από την μορφή μου  


γ

η φιγούρα σου  με ακολουθεί  καθώς σκεπτική εγώ
μαθαίνω  την  δική σου γλώσσα όχι για να  μείνω  ερεθισμένη
αλλά για να κλείσω μέσα στην λαχτάρα  μου την σκιά σου
05/12/18

Μαρία Πναούτσου
Τα πρωτινά
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
Ti  είναι η ποίηση;
Παρά ένα άδειο  τετράδιο
Που  γεμίζει  σταγόνα  σταγόνα
Mε λέξεις από ένα αλφάβητο
Aγαπημένο
Μοιάζει με   μια βόλτα
Sτην άκρη της θάλασσας


morning thoughts
maria panoutsou
MARIA PANOUTSOU Dec 2018
το μέλλον με καλεί
κάτι σαν  έναν άνθρωπο  
από το αντικρινό βουνό

φωνάζει και χαμογελά  
στους απέναντι
χαιρετισμός και  συνάντηση

από πάνω  του ο ουρανός
και τα βρώμικα λασπωμένα παπούτσια του  
πάνω στον  βράχο  ακουμπούν

πίσω του  ο ήλιος και μπρος του
ένα αστέρι που ετοιμάζεται
άγνωστο  για που


γύρω  ο αέρας στροβιλίζει
μια  κουβέντα από τα περασμένα

ο λογιομόςμε στίχους και  απρόσμενα
ο λόγος του  χάνεται στο λαρύγγι  του




01/12/2018
Next page