Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
Jun 2023
o πατέρας



Πρώτο μέρος



Πως, κατέβηκα απ’ τον ουρανό,



κάποιο χάραμα,



στην μήτρα της μάνας μου,



σαν ένας άγγελος με ξέπλεκα μαλλιά,



στο στήθος δυο χούφτες χρυσάφι,



σαν έτοιμη από καιρό



μ’ ολάνοιχτες τις κόρες των ματιών,



μοιάζει αληθινό







Δευτερο μέρος







Έτσι πρωτόδα τον πατέρα



καθώς κρατούσε εν’ αστέρι στα χέρια  του



και πάλευε μ’ αυτό,



και όλο ρωτούσα  άπληστα



τότε, ξεδίπλωσε  πετσέτα ολόλευκη,



την άπλωσε σε χάρτινο τραπέζι,



με κοίταξε θλιμμένα και έφυγε,



με υποσχέσεις για μικρές χαρές











Μέρος Τρίτο







Χρόνια μετά,  ζητούσα την μορφή του



στα όνειρα μου, πάντα μουσκεμένα



πως τάχα είχε φύγει και έμενε σε σπίτι άλλο



«τι βάσανο η αγάπη   μακρινή μητέρα»



όλους τους φόβους  σου φορτώθηκα



μαζί με σπλήνα, δάκρυ και αίμα



Μυστήριο  ήσουν αφού  κανείς δεν ήξερε



πότε ερχόσουν και πότε έφευγες



και πάλι ρωτούσα με αγωνία και έψαχνα



μόνο σιωπές και λίγα λόγια σκορπισμένα στον χρόνο



δώρα, που άνοιγαν πιο πολύ  ανησυχία και αποχωρισμό











Μέρος  Τέταρτο







Σε μουσικές εξαίσιες με μεγάλωσες



Κι αργότερα, επιστροφή στις παρτιτούρες  σου



κοιτούσα  αχόρταγα, γραφή,



π ‘μοιαζε πιο πολύ  με νότες παρά με γράμματα,



αχνές σημειώσεις και ημερομηνίες



καθώς τα χρόνια περνούσαν έβλεπα τις ρυτίδες



στο πίσω μέρος του λαιμού σου και μ’ έπνιγε η στοργή



ακούμπησα τις λιγοστές φορές τα χέρια μου



στις πλάτες σου που όλο αδυνάτιζαν



και  υπολόγιζα τον χρόνο



με τα’ άσπρισμα των μαλλιών του



όλα αυτά σε ηθελημένη σύγχυση



εφιάλτες και πραγματικότητα έσμιγαν σε ήχους







Μέρος Πέμπτο







Με μάθαινες την ιστορία της μουσικής,



τις  λίγες ώρες που σε έζησα,



με ονόμαζες Σοπέν..



δεν ξέρω  ακόμη  το γιατί,



(ίσως και να  έχω καταλάβει)



και χαμογελούσες,



Έφυγες μιαν άνοιξη και το’λεγες,



«για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει»



μεγάλωσα απότομα με το φευγιό σου



και δεν το ήθελα,



παιδί γυναίκα ποτέ  ξανά,



κανείς δεν πίστευε τον άπιαστο  πόνο μου



και σκάρωσα ταξίδι  μακρινό σε άλλο τόπο



και εκεί  ξεχειμώνιασα την πίκρα μου λίγο καιρό...







Ο Πατέρας   β΄ εκδοχή











Συνεχίζεται- σε εξέλιξη







Copyright © Μαρία  Σκουλαρίκου – Πανούτσου .



All Rights Reserverd



Αθήνα 2016



Σημείωση της ποιήτριας



Η πραγματικότητα είναι διαφορετική από τον μύθο του πατέρα. Ο πατέρας δεν έφυγε ποτέ από το σπίτι μας παρά μόνο στα  επαγγελματικά του ταξίδια που  με αυτά, γύρισε τον κόσμο τρεις φορές και έμαθε στην μητέρα μου και μένα την υπομονή και την αναμονή. Φαίνεται ότι στα όνειρα μου αυτή η απουσία, πήρε μεγάλες διαστάσεις στην παιδική και εφηβική ηλικία










Πρώτο μέρος



Πως, κατέβηκα απ’ τον ουρανό,



κάποιο χάραμα,



στην μήτρα της μάνας μου,



σαν ένας άγγελος με ξέπλεκα μαλλιά,



στο στήθος δυο χούφτες χρυσάφι,



σαν έτοιμη από καιρό



μ’ ολάνοιχτες τις κόρες των ματιών,



μοιάζει αληθινό







Δευτερο μέρος







Έτσι πρωτόδα τον πατέρα



καθώς κρατούσε εν’ αστέρι στα χέρια  του



και πάλευε μ’ αυτό,



και όλο ρωτούσα  άπληστα



τότε, ξεδίπλωσε  πετσέτα ολόλευκη,



την άπλωσε σε χάρτινο τραπέζι,



με κοίταξε θλιμμένα και έφυγε,



με υποσχέσεις για μικρές χαρές











Μέρος Τρίτο







Χρόνια μετά,  ζητούσα την μορφή του



στα όνειρα μου, πάντα μουσκεμένα



πως τάχα είχε φύγει και έμενε σε σπίτι άλλο



«τι βάσανο η αγάπη   μακρινή μητέρα»



όλους τους φόβους  σου φορτώθηκα



μαζί με σπλήνα, δάκρυ και αίμα



Μυστήριο  ήσουν αφού  κανείς δεν ήξερε



πότε ερχόσουν και πότε έφευγες



και πάλι ρωτούσα με αγωνία και έψαχνα



μόνο σιωπές και λίγα λόγια σκορπισμένα στον χρόνο



δώρα, που άνοιγαν πιο πολύ  ανησυχία και αποχωρισμό











Μέρος  Τέταρτο







Σε μουσικές εξαίσιες με μεγάλωσες



Κι αργότερα, επιστροφή στις παρτιτούρες  σου



κοιτούσα  αχόρταγα, γραφή,



π ‘μοιαζε πιο πολύ  με νότες παρά με γράμματα,



αχνές σημειώσεις και ημερομηνίες



καθώς τα χρόνια περνούσαν έβλεπα τις ρυτίδες



στο πίσω μέρος του λαιμού σου και μ’ έπνιγε η στοργή



ακούμπησα τις λιγοστές φορές τα χέρια μου



στις πλάτες σου που όλο αδυνάτιζαν



και  υπολόγιζα τον χρόνο



με τα’ άσπρισμα των μαλλιών του



όλα αυτά σε ηθελημένη σύγχυση



εφιάλτες και πραγματικότητα έσμιγαν σε ήχους







Μέρος Πέμπτο







Με μάθαινες την ιστορία της μουσικής,



τις  λίγες ώρες που σε έζησα,



με ονόμαζες Σοπέν..



δεν ξέρω  ακόμη  το γιατί,



(ίσως και να  έχω καταλάβει)



και χαμογελούσες,



Έφυγες μιαν άνοιξη και το’λεγες,



«για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει»



μεγάλωσα απότομα με το φευγιό σου



και δεν το ήθελα,



παιδί γυναίκα ποτέ  ξανά,



κανείς δεν πίστευε τον άπιαστο  πόνο μου



και σκάρωσα ταξίδι  μακρινό σε άλλο τόπο



και εκεί  ξεχειμώνιασα την πίκρα μου λίγο καιρό...







Ο Πατέρας   β΄ εκδοχή











Συνεχίζεται- σε εξέλιξη







Copyright © Μαρία  Σκουλαρίκου – Πανούτσου .



All Rights Reserverd



Αθήνα 2016



Σημείωση της ποιήτριας



Η πραγματικότητα είναι διαφορετική από τον μύθο του πατέρα. Ο πατέρας δεν έφυγε ποτέ από το σπίτι μας παρά μόνο στα  επαγγελματικά του ταξίδια που  με αυτά, γύρισε τον κόσμο τρεις φορές και έμαθε στην μητέρα μου και μένα την υπομονή και την αναμονή. Φαίνεται ότι στα όνειρα μου αυτή η απουσία, πήρε μεγάλες διαστάσεις στην παιδική και εφηβική ηλικία
MARIA  PANOUTSOU
Written by
MARIA PANOUTSOU  ATHENS, KEA , LONDON
(ATHENS, KEA , LONDON)   
135
 
Please log in to view and add comments on poems