το χωριό είναι ένα τεράστιο περιστέρι κουρασμένο που βρέθηκε στην πλαγιά αυτού του τόπου τυχαία και αποκοιμήθηκε μέχρι το επόμενο φθινόπωρο
ξαποσταίνει και ξαποσταίνει ρυθμικά από φθινόπωρο σε φθινόπωρο αναβάλλει το ταξίδι για άλλα μέρη βρήκε στο τόπο αυτό κάτι τι που αγάπησε
αναβάλλει και την θυσία που είχε τάξει για να σώσει τους ανθρώπους αυτού του τόπου από το κουτί της Πανδώρας τους ευλογεί που δεν βλέπουν όσα βλέπει αυτό το τεράστιο πουλί
που δεν ακούν τους υπόγειους κραδασμούς και δεν μυρίζουν το χώμα με το χρώμα της βροχής
ανάμεσα στους βράχους αντηχούν τα βρύα και οι λειχήνες και τα ταπεινά κυκλάμινα και εκείνες οι μωβ ορχιδέες που διακοσμούν το βλέμμα μου που ρουφάει ακόμη και τα μικρά μυγάκια που γεμίζουν το φως με ανησυχία
στο χαρτί που γράφω ένας σκουριασμένος συνδετήρας με κρατά σε μια ενδιαφέρουσα παρένθεση