Στο τρίτο πρόσωπο Ξύπνησε αργά/ με αργή πεθυμιά/ Στο παράθυρο θολούρα και πάχνη/ Έγραφε με δάχτυλα παγωμένα/ Με γράμματα ισχνά/ ένα σ’ αγαπώ/ Και με έναν ήλιο/ για γέμισμα του κάδρου Το δωμάτιο στο φως της λάμπας/ Στην ασφάλεια τεσσάρων τοίχων/ Εικόνες διαπερνούν/ τούβλα και τσιμέντο/ Φτάνουν σ’ εκείνη τρυφερά/ κι’ απροσδόκητα/ Ο κόσμος της/ και ο κόσμος του/ συγγενεύουν με ένα φιλί Κορμί με κορμί /και μια ανάσα γαργαλεύει τα ρουθούνια Έξω όλα γκρίζα και βροχερά/ με μυρωδιές ανάμεικτες/ Ζυγώνει η ώρα του αποσπερίτη/ και η πόλη δική της