Submit your work, meet writers and drop the ads. Become a member
Η εμπιστοσύνη αμαύρωσε
τις πιο γλυκές της νύχτες
και την ντροπή της γέννησαν
μεσσίες και προφήτες

Το βράδυ ονειρεύτηκα
σάλτσα με μακαρόνια
η μανά όμως με τάισε
του άρβυλου κορδόνια

Το κρέας και αν θέλησα
και πόθησα μπριζόλα
στην γλώσσα μου κατέληξε
η γαμημένη σόλα

Ύστερα λαχτάρησα
σαλάτα για παπάρα
ποτέ όμως δεν το δήλωσα
θα 'τρωγα σαγιονάρα
Άψυχη η αθωότητα
κείτεται λυτρωμένη
η σάρκα πλέον δεν την κρατά
στον πόνο δεσμευμένη

Μεγάλη μύξα τράβηξα
και έγινε ροχάλα
χοντρός ήταν ο δίπλα μου
σαν φουσκωμένη μπάλα

Πήρα εκδίκηση έφτυσα
μεσ' τον ανελκυστήρα
το κήτος για να μην πνιγεί
πήρε αναπνευστήρα

Τα παιδικά μου όνειρα
μετάλλια και βάθρα
λιωμένα πλέον βρίσκονται
κάτω απ' την κωλάθρα
Σε είδα μόνο μια φορά
και λάτρεψα το όλο
το πρόσωπο δεν με νοιαζε
γιατί είχες τέτοιο κώλο

Μου είπες ήσουν τίμια
και έκανες παστίτσιο
τα μάτια σου όμως έκρυβαν
του σχίσματος το βίτσιο

Το μίσος μου ξεχύθηκε
                      Σαν να ταν κοκα-κόλα
                      Σε πήρα για νοικοκυρά
                      Μα ήσουν μια καριόλα

                      Το πέος δεν το χόρταινες
                      κι έκανες τεμενάδες
                     τσέλιγκες σε πηδάγανε
                     βόσκοντας αγελάδες
Εικόνες που παρέμειναν
 Στο νεκρικό της βλέμμα
 Την φρίκη εγκωμίαζαν
                      λουσμένες από αίμα

                     Μια χέστρα αναζήτησε
                     το φαύλο πεπρωμένο
                     το καζανάκι χάλασε και
                    πάτο είχε χεσμένο

                     Ντροπή γλυκιά που ρεύτηκε
                     τζατζίκι με βενζίνη
                     ρουθούνι που ανέπνεε
                     δεν είχε απομείνει

                     Από τη βρώμα ψόφησε
                     η άσπρη μαριονέτα
                     έχυσα τα αμύγδαλα
                     και μοιάζαν με κουφέτα
Ξημέρωμα που χάθηκε
        Σε ξέσπασμα πανούκλας
        Κρύο, ξερό και σκοτεινό
        Το κοίταγμα μιας κούκλας

         Σάπια παντόφλα δάκρυσε
         Στου τέλους τη μιζέρια
         Και άφησε το δειλινό
         Σε δύο κωλομέρια

        Ένα γλυκό απόβραδο
        το μόνο που έχει μείνει
        Μια πούτσα διατάραξε
       Της μύγας τη γαλήνη

       Η μέρα πια τελείωσε
      Σαν πιάτο με κεφτέδες
      Μασχάλες που καράφλιασαν
      Φορέσανε μπερέδες

— The End —