Καθώς αγέλαστη έμεινα για πολύ καιρό ξαφνιάστηκα σαν τον εαυτό μου έπιασα γλυκά, γαλήνια να χαμογελώ, να μαλακώνει η έκφρασή μου σαν ήρθα πάλι στο χωριό κι απ΄το παράθυρό μου ατένιζα - όπως πάντα συνήθιζα - τον απέραντο ουρανό Μα πόσο καιρό είχα να τον δω..! που χρώματα αλλάζει από λεπτό σε λεπτό να μην βαριέσαι να θωρείς της γης αυτής τα κάλλη, σε ό,τι παλέτα επιθυμείς κορνίζα θα στα κάνει τα πράσινα λιβάδια, τα δέντρα, τα πουλιά, τα χαμηλά, γλυκά βουνά στρογγυλεμένα, πρασινισμένα, ταπεινά να ζωγραφίζουν τον ορίζοντα στο δειλινό. Παρατηρείς εδώ κι εκεί τα ζουζουνάκια στην αυλή που μες στην ηρεμία δίνουνε ζωή!
Αγαπημένη Φύση, αγνή έλα μες στην καρδιά μου γίνε ο πυλώνας που με βαστεί να αντέξω τα βάσανά μου, γίνε ο φάρος του φωτός μεσα στην σκοτεινιά μου, η αφορμή για να γελώ μέσα στη μοναξιά μου.
Και πριν εστείλεις τα πουλιά να μου κρατήσουν συντροφιά πες τους να πάνε μια ολιά στης Κρήτης κάτω τα μέρη μπας κι έβρουνε τον ήλιο μου και το λαμπρό μου αστέρι που στον δρόμο εκεί του φυγεμού σκαλώσανε στην συρματιά κι εχάθηκαν στ' αγέρι. Και από τότε δεν μπορώ άσπρη μέρα να ειδώ, υπάρχει πάντα ένα κενό - μέρα χωρίς τον ήλιο της νύχτα δίχως φεγγάρι κι ούτε ένα άστρο για ευχή το γέλιο μου να ξαναρθεί.
Αγαπημένη Φύση, αγνή έλα μες στην καρδιά μου το χέρι κράτα μου σφιχτά χάιδεψε τα μαλλιά μου "Όλα θα πάνε κατ' ευχήν", μου είπαν τα δάκρυά μου.