Κι έτσι καταλαβαίνω πως δύναμη έχω πολλή, ένα φρούριο γερό προσέχει την καρδιά μου
Μόνο για σε αφήνεται έτσι λίγο πού και πού τα δάκρυα να κυλήσουν να δει τα πόσα αισθάνεται
Κι έπειτα πάλι να κλειστεί από τον φόβο τον πολύ στο φρούριό της πάλι με τον πυθμένα τον βαθύ που ούτε κι εκείνη ξέρει μέχρι πού φτάνει ο βυθός και τι την περιμένει.
Μόνο ρηχά αρμενίζει κι αυτό μάλλον αρκεί, γιατί πιο μέσα αρχίζει ο πόνος ο πολύς.
Μα σαν ήσουν εδώ τα δάκρυα ασυγκράτητα τρέχαν στο πρόσωπό μου, γιατί άφησα ανοιχτά να μπεις στο φρούριό μου.
Μα όταν εξάφνου έφυγες κι αβέβαια ήταν όλα το φρούριο θωρακίστηκε κι άψυχα 'γίναν όλα. ...
Ζεστή, πολύχρωμη μα γυάλινη η καρδιά μου ζει μόνη μες στα σίδερα σαν είσαι μακρυά μου