Κάποιο αριστούργημά-της πιο αρχαίας Τέχνης των φιλιών-ξεστράτισε στα χείλη της.Όταν αρχισα να μαντεύω λέξεις,πάνω στα ουράνια κύματατου ηλιοβασιλέματοςγια την ομορφιά της...το κατάλαβα.Επικείμενο κορμί που επαναστάτησε της ψυχής του...και ανάμεσα τους,εγω και η καρδιά της΄Καταραμένα και τα δυό σε ισάξιο δεσμό... κι όλη η Ποίηση:φτωχός βωμός στην Τέχνη της-της πιο αρχαίας'εκείνης των φιλιών-.Τα πάντααμάρτυρες μελωδίες των κρυφών πόθων μας...Ποιές μορφές μας μοίρασαν-ξανά και ξανά-;Σε ποιά κρεββάτια χάθηκαν κτύποιπου δεν ήξεραν καρδιά-άλλη-εκτός των δικών μας;Πού το τραγούδι της ανάσας στο λαιμό του άλλου;Χάθηκαν σε μικρές εκτάσεις και φθηνά σεντόνια...Κι όμως πάλι μιά -μιά στιγμή ξαναζείστα πιο πυκνά χιόνια,ο Ήραιος εκείνος ήλιος:της Μούσας και του ποιητή.