Παράθυρα ανοιχτά, φως που λυγίζει,
ανάσα στη νύχτα, σκιά που γυρίζει.
Γλώσσα του δρόμου, σιωπή που μιλά,
θραύσματα κόσμου σε γκρίζα γυαλιά.
Χέρια που γνέφουν, μορφές στο σκοτάδι,
γέλιο που σβήνει σε άδειο πηγάδι.
Μια λάμπα τρεμοπαίζει στο βάθος,
ο άνεμος σέρνει παλιό παραμύθι.
Πρόσωπα φεύγουν, οι λέξεις βουβές,
χρόνια δεμένα σε σκάλες κρυφές.
Φως σε κουρτίνες, ψυχή που θυμάται,
γέρνει ο χρόνος και δε σταματά.
Ανοίγω το τζάμι, ρωτάω τη νύχτα,
«Τι περιμένεις;» - μου δείχνει μια σπίθα.
Παράθυρα ανοιχτά, φως που λυγίζει,
ανάσα στη νύχτα, σκιά που γυρίζει.